Μετά την ελληνική ήττα και τη μικρασιατική καταστροφή, ο Ελευθέριος Βενιζέλος οικοδόμησε μια στενή σχέση με τον Μουσταφά Κεμάλ Ατατούρκ. Ολόκληρη τη δεκαετία του 1930 ήταν ο βασικός σύμμαχος της Ελλάδας στην υπεράσπιση της Ανατολικής Μακεδονίας και της Δυτικής Θράκης απέναντι στις βουλγαρικές διεκδικήσεις. Η πρώτη γενιά προσφύγων από τον Πόντο είχε στηρίξει σύσσωμη τον Ελευθέριο Βενιζέλο στο ξεκίνημα αυτής της πολιτικής, ενώ από το 1938 μέχρι το 1955 το δρομάκι δίπλα στο σπίτι του Κεμάλ (Αποστόλου Παύλου) -στο σημερινό τουρκικό προξενείο της Θεσσαλονίκης- είχε το όνομά του, με ομόφωνη απόφαση του Δημοτικού Συμβουλίου της πόλης. Ορίστε και το σχετικό δημοσίευμα: Read more...
Δευτέρα 19 Νοεμβρίου 2012
Σάββατο 28 Φεβρουαρίου 2009
Οικολογική προσέγγιση στην ανάπτυξη;
Οι παραδοσιακές πολιτικές ανάπτυξης, είτε στηρίζονται στον κλασσικό είτε στο νέο φιλελευθερισμό, δεν συνιστούν επαρκή ανταπόκριση στις προκλήσεις με τις οποίες σήμερα είμαστε αντιμέτωποι, και δεν σχετίζονται με τις προϋποθέσεις αναζήτησης ενός νέου αναπτυξιακού μοντέλου σε βιώσιμη κατεύθυνση. (…)
Οι αγορές δεν είναι φυσικοί θεσμοί και επομένως δεν μπορούν να λειτουργήσουν από μόνες τους με κοινωνικά και περιβαλλοντικά κριτήρια. (…)
Ένα παράδειγμα μιας τέτοιας θετικής πολιτικής, που ορίζει κοινωνικές, περιβαλλοντικές και ηθικές συντεταγμένες στις αγορές αποδεχόμενη μείωση του χρηματοοικονομικού κέρδους, δηλαδή του ρυθμού της οικονομικής μεγέθυνσης, είναι η προώθηση των λεγόμενων κοινωνικά υπεύθυνων επενδύσεων, δηλαδή των χρηματοοικονομικών επενδύσεων που πραγματοποιούνται με βάση αυτά τα κριτήρια: διατήρηση και αύξηση της απασχόλησης, σεβασμός περιβάλλοντος και ηθικοί κανόνες διακυβέρνησης. (…)
Η κατάρρευση της παιδείας, της υγείας και του συνταξιοδοτικού συστήματος στο σύγχρονο οικονομικό σύστημα, οφείλεται στη συρρίκνωση του ρόλου της εργασίας και στην υπέρτατη ανάγκη μόχλευσης των διαθέσιμων οικονομικών πόρων για την αύξηση της έντασης κεφαλαίου, που είναι απαραίτητη για την εδραίωση της Οικονομίας της Γνώσης.
Οι επενδύσεις σε πράσινη τεχνολογία, ενώ ακούγονται εύηχα, στην ουσία αυξάνουν την ένταση κεφαλαίου της παραγωγικής διαδικασίας και εντάσσονται στο κυρίαρχο παραγωγικό μοντέλο. (…)
Η τεχνολογία και αν ακόμη είναι σε θέση να διευρύνει τη φέρουσα χωρητικότητα του πλανήτη, και να καταστήσει έτσι την οικονομική μεγέθυνση απεριόριστη, σήμερα γνωρίζουμε ότι η προσφυγή σε αυτήν, απλά αναβάλλει το πρόβλημα, καθιστώντας ακόμη πιο δύσκολη την επίλυσή του: αφενός γιατί πολυπλοκοποιεί ακόμη περισσότερο το οικονομικό σύστημα, καθιστώντας έτσι πιο ευάλωτες τις κοινωνικές δομές και την ανάπτυξη (βλ. κρίση) και απαιτώντας την άσκηση ενός ακόμη μεγαλύτερου πολιτικού ελέγχου σε αυτές (βλ. ανάπτυξη κυβερνοσφαίρας και σύγχρονα ΜΜΕ) και αφετέρου, οδηγεί σε λύσεις, που έχουν ολοένα και μεγαλύτερο κόστος.
Διαβάστε παρακάτω ολόκληρο το κείμενο:
ΑΠΑΝΤΗΣΗ ΣΤΗΝ ΚΡΙΣΗ ΚΑΙ ΜΕ ΠΟΙΕΣ ΠΡΟΫΠΟΘΕΣΕΙΣ;
Συνηθίσαμε να θεωρούμε τη μεγέθυνση της οικονομίας, στο σύγχρονο πολιτισμό μας σαν μία σχεδόν φυσική διαδικασία, που δεν γνωρίζει όρια και τη διαρκή άνοδο του επιπέδου ζωής σαν μία νομοτέλεια που, τουλάχιστον μακροπρόθεσμα, επιβάλλεται από τους νόμους της ιστορικής εξέλιξης και καθορίζει το μέλλον των γενεών άρα, τόσο το δικό μας όσο και των απογόνων μας.
Η πεποίθησή μας αυτή, γαλουχημένη από τη σχεδόν θρησκευτική πίστη μας στις ανεξάντλητες δυνατότητες της τεχνολογίας και την εύλογη προσδοκία μας ότι θα μοιραστούμε και εμείς τους καρπούς της ανάπτυξης που φέρνει η τεχνολογία, συνέδεσε την τεχνολογική εξέλιξη με την οικονομική ανάπτυξη και ταύτισε την τελευταία με την πρόοδο.
Η τρέχουσα παγκόσμια οικονομική κρίση, μας καλεί να αναρωτηθούμε αν πρέπει να διατηρήσουμε την αφοσίωσή μας σε αυτό το όραμα της προόδου, που συλλογικά και διαχρονικά οικοδομήσαμε, ή αν αντίθετα πρέπει να το αναθεωρήσουμε, εγκαταλείποντας το βόλεμά μας σε αυτές τις χρόνιες βεβαιότητες και αναζητώντας ένα νέο νόημα της προόδου. Ίσως αναρωτηθείτε, πως συνδέεται η τρέχουσα παγκόσμια οικονομική κρίση με ένα τέτοιο δίλημμα; Εξηγούμεθα αμέσως:
Η σημερινή κρίση, όπως εκδηλώνεται ως ένα κατ’ εξοχήν οικονομικό φαινόμενο που φαίνεται να έχει τις ρίζες του στη λειτουργία του παγκόσμιου χρηματοπιστωτικού συστήματος, συνίσταται στην είσοδο της παγκόσμιας οικονομίας σε μια περίοδο ύφεσης. Δηλαδή σε μια περίοδο παρατεταμένης αναστολής και συρρίκνωσης της οικονομικής ανάπτυξης, που έχει σημαντικές επιπτώσεις στο υλικό επίπεδο διαβίωσης παγκόσμια, δηλαδή στη βιωσιμότητα της οικονομικής ανάπτυξης. Είναι επομένως κρίση της πορείας της οικονομικής ανάπτυξης και ειδικότερα της βιωσιμότητάς της, στο σύγχρονο εννοιολογικό περιεχόμενό της, δηλαδή στον σύγχρονο τύπο της εξέλιξής της. Ο σύγχρονος τύπος της εξέλιξης της οικονομικής ανάπτυξης, είναι ο τρόπος με τον οποίο διαμορφώνονται σήμερα οι οικονομικές εξελίξεις και παράγουν το σύγχρονο μοντέλο ανάπτυξης.
Άρα σε αυτόν θα πρέπει να αναζητηθούν τόσο τα αίτια, όσο και η αποτελεσματική αντιμετώπιση της κρίσης, και ειδικότερα στη συγκρότηση των συστατικών του στοιχείων. Η συγκρότηση αυτή, αποκαλύπτοντας το αναπτυξιακό πρόταγμα που ο τύπος αυτός υπηρετεί, υποδεικνύει τις κύριες παραμέτρους από την οποία εξαρτάται η βιωσιμότητά του. Ποια είναι, π.χ., από άποψη σημασίας, η θέση των παραγωγικών συντελεστών, κεφαλαίου, εργασίας, τεχνολογικής γνώσης, μη ανανεώσιμων φυσικών πόρων, στο σύγχρονο αναπτυξιακό μοντέλο; Είναι η ένταση κεφαλαίου, που συνεπάγεται αυτή η διάθρωση των παραγωγικών συντελεστών, διατηρήσιμη μακροπρόθεσμα στην παραγωγική διαδικασία, και τι συνεπάγεται η διατήρησή της για τη βιωσιμότητα της οικονομικής, της κοινωνικής και της περιβαλλοντικής συνιστώσας της ανάπτυξης; Μόνο μία τέτοια συνολική θεώρηση του σύγχρονου μοντέλου ανάπτυξης, θα μας επιτρέψει τότε, να καθορίσουμε με ασφάλεια το χαρακτήρα της κρίσης καθώς και να διατυπώσουμε με αξιοπιστία μία πρόταση υπέρβασή της, που παρεμβαίνοντας σε αυτή τη συγκρότηση, θα τροποποιεί το μοντέλο ανάπτυξης που παρήγαγε τη σημερινή κρίση.
Στο πλαίσιο αυτό, μία πρόταση ποιοτικής υπέρβασης της κρίσης, είναι μία εναλλακτική στρατηγική ανάπτυξης, που εξασφαλίζει τη μακροπρόθεσμη βιωσιμότητα της οικονομικής ανάπτυξης, στο νέο τύπο της εξέλιξής της. Δηλαδή εξασφαλίζει τη διαχείριση της πορείας της οικονομικής ανάπτυξης, στο σύγχρονο περιεχόμενό της, με κριτήριο τη μακροπρόθεσμη βιωσιμότητά της, δηλαδή τη μακροπρόθεσμη διατήρηση του επιπέδου διαβίωσης σε υψηλά επίπεδα. Λόγω της αναγόρευσης αυτού ακριβώς του κριτηρίου, ως κριτηρίου διεύθυνσης της πορείας της οικονομικής ανάπτυξης, και των πολιτικών που υπαγορεύονται για την κατεύθυνσή της σε αυτό τον στόχο, που διαφοροποιούνται ποιοτικά από τις ακολουθούμενες μέχρι σήμερα πολιτικές ανάπτυξης, η πρόταση αυτή χαρακτηρίζεται σε αυτή την ομιλία, οικολογική.
Ο τύπος της εξέλιξης της οικονομικής ανάπτυξης στον οποίο μεταβαίνουμε σήμερα, είναι ποιοτικά διαφορετικός από αυτόν της βιομηχανικής εποχής, υποδηλώνοντας μία μετάβαση από τη βιομηχανική, στην παγκόσμια οικονομία της γνώσης. Η ποιοτική αυτή διαφοροποίηση, τοποθετείται στη ρύθμιση των θεμελιακών αντιθέσεων στη συγκρότησή του και ειδικότερα στη νέα ιεράρχηση που επιβάλλεται, από άποψη σημασίας, στο ρόλο των παραγωγικών συντελεστών στην παραγωγική διαδικασία και σε ένα υψηλότερο, ποιοτικά και ιστορικά, επίπεδο της έντασης κεφαλαίου, που συνεπάγεται αυτή η ιεράρχηση για την παραγωγική διαδικασία. Η αιτία αυτής της διαφοροποίησης, τοποθετείται στην εκδήλωση μιας νέας τεχνολογικής επανάστασης, στην πληροφόρηση και τις επικοινωνίες, που κατέστησε τεχνικά εφικτή, αφενός, την παγκοσμιοποίηση, και, αφετέρου, τη δυνατότητα αντιμετώπισης του ανυπέρβλητου προβλήματος που έθεσε στο βιομηχανικό μοντέλο ανάπτυξης, η μείωση που παρατηρήθηκε στην εισροή του σπάνιου πόρου της βιομηχανικής οικονομίας κατά τα τέλη της δεκαετίας, δηλαδή των μη ανανεώσιμων φυσικών πόρων, όπως αποτυπώθηκε στην αύξηση τους κόστους απόσπασής τους και στις δύο διεθνείς πετρελαϊκές κρίσεις.
Πράγματι, η συγκρότηση του νέου τύπου της εξέλιξης της οικονομικής ανάπτυξης, αυτή την αναγκαιότητα υπηρετεί, μέσω της εδραίωσης και διάχυσης της Οικονομίας της Γνώσης: με στρατηγική επιλογή την ιεραρχική αναβάθμιση της τεχνολογικής γνώσης στην παραγωγική διαδικασία, σε σχέση με τους άλλους παραγωγικούς συντελεστές (κεφάλαιο, εργασία, φυσικοί πόροι) και την ανάδειξή της σε ατμομηχανή της ανάπτυξης, αποσκοπεί στη μείωση της περιεκτικότητας σε φυσικούς πόρους, των προϊόντων που χρησιμοποιούν ως πρώτη ύλη φυσικούς πόρους (έντασης κεφαλαίου) και μάλιστα με μία σχέση αντιστρόφως ανάλογη της έντασης κεφαλαίου της παραγωγικής διαδικασίας. Δηλαδή στο νέο τύπο της εξέλιξης της οικονομικής ανάπτυξης, όσο περισσότερο αυξάνεται η ένταση κεφαλαίου, τόσο μεγαλύτερη είναι η μείωση της περιεκτικότητας των προϊόντων έντασης κεφαλαίου, σε φυσικούς πόρους. Η επίτευξη του σκοπού αυτού προϋποθέτει δηλαδή, ένα ποιοτικά διαφορετικό επίπεδο έντασης κεφαλαίου, υψηλότερο από αυτό της βιομηχανικής οικονομίας, το οποίο μάλιστα πρέπει διαρκώς να αυξάνεται.
Η υψηλότερη ένταση κεφαλαίου των παραγωγικών διαδικασιών και η αναγκαιότητα διαρκούς αύξησής της, επιβάλλεται από τη στροφή των επενδύσεων κεφαλαίου, από παραγωγικές, δηλαδή επενδύσεις σε φυσικό κεφάλαιο, σε επενδύσεις στην εκπαίδευση και στην Ε&Τ, δηλαδή σε κεφάλαιο γνώσης, που απαιτούν μικρότερη ή μηδενική εισροή φυσικών πόρων σε σχέση με το φυσικό κεφάλαιο. Η στροφή αυτή στις επενδύσεις κεφαλαίου, αναβαθμίζοντας το κεφάλαιο γνώσης στην παραγωγική διαδικασία έναντι του φυσικού κεφαλαίου, αυξάνει συνολικά την ένταση κεφαλαίου στην παραγωγική διαδικασία. Αυτό συμβαίνει γιατί ο σχηματισμός του κεφαλαίου γνώσης, προϋποθέτοντας μία μακρά περίοδο έρευνας με αβέβαια έκβαση, υψηλά καταρτισμένο επιστημονικό δυναμικό, υψηλού επιπέδου εγκαταστάσεις έρευνας και τεχνολογίας, καθώς και ένα μηχανισμό διάχυσης των αποτελεσμάτων της, προϋποθέτει μεγαλύτερα χρηματοοικονομικά κόστη από αυτά που απαιτεί ο σχηματισμός του φυσικού κεφαλαίου.
Με τον τρόπο αυτό, η συνεχής και επιταχυνόμενη παραγωγή τεχνολογίας καθίσταται η θεμελιώδης πηγή για τη μεγέθυνση της οικονομίας και την αύξηση της ευημερίας. Αυτή η μετατόπιση του κέντρου βάρους στην παραγωγική δραστηριότητα, αναδιαρθρώνει ριζικά τους συσχετισμούς μεταξύ κεφαλαίου – εργασίας, υπέρ του κεφαλαίου και τεχνολογικής γνώσης – φυσικών πόρων υπέρ της τεχνολογικής γνώσης και έχει καθοριστικές επιπτώσεις, σε όλες τις συνιστώσες της οικονομικής ανάπτυξης, όπως αυτές καθορίζονται στο θέμα αυτής της ημερίδας: την οικονομική, την κοινωνική και την περιβαλλοντική.
Ειδικότερα η σχέση κεφαλαίου – εργασίας, αποτυπώνεται στη διαρκή υποκατάσταση της εργασίας από μηχανές και τεχνολογικά προϊόντα, λόγω της συνεχούς παραγωγής νέας, αποταμιευτικής εργασίας, τεχνολογίας που μάλιστα αλλάζει με γρήγορο ρυθμό και στην παράλληλη διαρκή αύξηση των επενδύσεων κεφαλαίου γνώσης, λόγω της ανάγκης για τη χρηματοδότηση της τεχνολογίας. Η εισροή κεφαλαίου στην παγκόσμια οικονομία αυξάνεται, ενώ η αύξηση της εισροής εργασίας, μειώνεται. Παράλληλα, η αδιάκοπη αύξηση της παραγωγικότητας της εργασίας, αυξάνει την απόδοση σε νέα επένδυση κεφαλαίου και μειώνει συνολικά τα εισοδήματα της εργασίας.
Η σχέση γνώσης - φυσικών πόρων, αποτυπώνεται στη μετατόπιση του συγκριτικού οικονομικού πλεονεκτήματος στην παγκόσμια οικονομία, προς την παραγωγική δραστηριότητα έντασης γνώσης. Η μετατόπιση αυτή, αντανακλώντας και τη μη αντιπροσωπευτική, με βάση την πραγματική οικονομική αξία, διαμόρφωση των όρων εμπορίου (των τιμών), υποδηλώνει ότι η αληθινή οικονομική αξία των μη ανανεώσιμων φυσικών πόρων υποβαθμίζεται, ενώ η προστιθέμενη αξία μέσω της έντασης γνώσης αναβαθμίζεται, όπως υποστηρίζεται και από την εμπειρική έρευνα των εμπορικών ροών μεταξύ βιομηχανικών και αναπτυσσόμενων χωρών. Επομένως η τεχνολογική γνώση αναβαθμίζεται ιεραρχικά, ως προς τη σημασία της, έναντι των μη ανανεώσιμων φυσικών πόρων.
Το κρίσιμο ερώτημα που τίθεται για να ολοκληρώσουμε το συλλογισμό μας, είναι το εξής: Με ποιο μηχανισμό εξασφαλίζεται στην παγκόσμια οικονομία, η αυξημένη εισροή κεφαλαίου, που απαιτείται στην Οικονομία της Γνώσης, σε σχέση με τη βιομηχανική; Πως, με ποιο τρόπο, το οικονομικό σύστημα αυξάνει την ένταση κεφαλαίου στην παραγωγική διαδικασία, για να οδηγηθεί από το βιομηχανικό τύπο εξέλιξης σε αυτόν της παγκόσμιας οικονομίας της γνώσης;
Ο μηχανισμός αυτός είναι η παγκοσμιοποίηση. Ειδικότερα η παγκοσμιοποίηση των αγορών χρήματος και κεφαλαίου, στο πλαίσιο των πολιτικών νέο-φιλελεύθερης έμπνευσης που την κατευθύνουν, των πολιτικών της «Συναίνεσης της Ουάσιγκτον», σε αυτήν ακριβώς τη λειτουργία αποσκοπεί: στην αύξηση της έντασης κεφαλαίου στην παραγωγική διαδικασία, μέσω της ιεραρχικής αναδιάρθρωσης των σχέσεων κεφαλαίου – εργασίας. Η ανάδειξη του κεφαλαίου σε εξέχουσα θέση έναντι της εργασίας, αποτυπώνεται αφενός, στην αναβάθμιση της σημασίας του παγκόσμιου χρηματοπιστωτικού συστήματος, του τομέα της οικονομίας που προάγει με ένα ριζικό τρόπο τη μόχλευση κεφαλαίου, δηλαδή του τομέα που αυξάνει την απόδοση σε νέα επένδυση κεφαλαίου. Αφετέρου, στην έλλειψη παγκοσμιοποίησης των αγορών εργασίας, που παραμένουν πεισματικά εθνικές και στην υιοθέτηση πολιτικών, δημοσιονομικής σταθερότητας, μείωσης των δημοσίων δαπανών και εγκατάλειψης του στόχου της πλήρους απασχόλησης, που μειώνουν συγκριτικά, τόσο ποσοτικά όσο και ποιοτικά, όσον αφορά δηλαδή τη συμμετοχή της εργασίας στο συνολικό ακαθάριστο προϊόν, τη θέση της εργασίας στην παραγωγική διαδικασία.
Συμπερασματικά, η παγκοσμιοποίηση εξασφαλίζει την εδραίωση της Οικονομίας της Γνώσης, από την άποψη της εξασφάλισης στην παραγωγική διαδικασία της απαιτούμενης έντασης κεφαλαίου και της παγκόσμιας διάχυσής της, και η Οικονομία της Γνώσης, αυξάνοντας ακόμη περισσότερο την ένταση κεφαλαίου, μέσω της μείωσης της έντασης φυσικών πόρων στην παραγωγική διαδικασία που αυξάνει την απόδοση σε νέα επένδυση κεφαλαίου, επιταχύνει την παγκοσμιοποίηση.
Με βάση αυτή τη προσέγγιση, η τρέχουσα κρίση, εκδηλώθηκε στο ευαίσθητο σημείο αυτής της οργάνωσης του οικονομικού συστήματος, στο χρηματοοικονομικό σύστημα, στη δομή, δηλαδή η οποία ανέλαβε να διεκπεραιώσει το ρόλο της αύξησης της εισροής κεφαλαίου στην παγκόσμια οικονομία. Η άσκηση αυτού του ρόλου, προϋποθέτει την επίτευξη οικονομιών κλίμακας αφενός, όσον αφορά την προσέλκυση κεφαλαίων, δηλαδή τη δυνατότητα συγκέντρωσής τους σε παγκόσμια κλίμακα και αφετέρου, όσον αφορά την αδιάκοπη μόχλευσή τους για την επίτευξη διαρκώς μεγαλύτερων αποδόσεων. Δηλαδή συνεπάγεται αλλαγή κατεύθυνσης, από την παραδοσιακή χρηματοδότηση παραγωγικών δραστηριοτήτων (παραγωγής φυσικού κεφαλαίου) σε εθνική κλίμακα, στη σύγχρονη χρηματοδότηση παραγωγής τεχνολογίας (σχηματισμού κεφαλαίου γνώσης), σε παγκόσμια κλίμακα. Η προσέλκυση και η μόχλευση κεφαλαίων σε αυτή την κλίμακα και για αυτό το σκοπό, εμπλέκει τόσο τη δημιουργία μεγάλης ρευστότητας, όσο και τη δημιουργία νέων, περισσότερο σύνθετων χρηματοπιστωτικών εργαλείων που να μπορούν να διαχειριστούν αυτή τη ρευστότητα.
Παράλληλα, ενώ οι εθνικές ρυθμίσεις εποπτείας αυτών των αγορών έχουν καταργηθεί, δεν έχουν αντικατασταθεί από κάποιες άλλες υπερεθνικής εμβέλειας, με αποτέλεσμα οι αγορές χρήματος και κεφαλαίου, να είναι ουσιαστικά αυτορρυθμιζόμενες. Επομένως, η αφορμή της κρίσης, δηλαδή η έκρηξη στις ΗΠΑ της φούσκας των στεγαστικών δανείων μειωμένης εξασφάλισης, αντανακλά αφενός, όλες τις συνέπειες του νέου μοντέλου ανάπτυξης στο ρόλο των τραπεζών και ειδικότερα, στη ρευστότητα, στα νέα εργαλεία και πρακτικές καθώς και στην έλλειψη εποπτείας, αυτών των αγορών, και αφετέρου τη βασική αδυναμία του μοντέλου ανάπτυξης της οικονομίας της γνώσης, δηλαδή, την, σε συνθήκες μείωσης του μεριδίου της εργασίας στο συνολικό ακαθάριστο προϊόν, προώθηση ενός μοντέλου υψηλής κατανάλωσης: τότε η πρόσβαση των εργαζομένων, των οποίων η οικονομική θέση έχει μειωθεί δραματικά, σε αυτό μοντέλο κατανάλωσης, εξασφαλίζεται μόνο με δάνεια μειωμένης εξασφάλισης. Η έκταση των ζημιών των τραπεζών που αποκαλύπτεται σήμερα, δείχνει και την έκταση της ψευδούς εικόνας που είχε καλλιεργηθεί, όσον αφορά το δήθεν υψηλό επίπεδο της συνολικής κατανάλωσης, που υποτίθεται ότι αντανακλούσε το υψηλό επίπεδο ευμάρειας, λόγω των υψηλών ρυθμών επέκτασης της οικονομίας. Επομένως, η κρίση είναι σε όλες της τις διαστάσεις κρίση του μοντέλου ανάπτυξης της οικονομίας της γνώσης.
Επανερχόμενη στη νέα ιεράρχηση των παραγωγικών συντελεστών, η αναβάθμιση του κεφαλαίου σε εξέχουσα θέση έναντι της εργασίας και των φυσικών πόρων, συνεπάγεται την πρωτοκαθεδρία της οικονομικής συνιστώσας της ανάπτυξης, έναντι της κοινωνικής και της περιβαλλοντικής συνιστώσας της. Δηλαδή η κοινωνική και η περιβαλλοντική συνιστώσα, υπάγεται τώρα στους νόμους της μεγέθυνσης της οικονομίας, με αποτέλεσμα, την ανάπτυξη σε αυτές μεγάλων πιέσεων που απειλούν τη βιωσιμότητά τους, και επομένως και τη βιωσιμότητα του τύπου της εξέλιξης της οικονομικής ανάπτυξης, ο οποίος τις υπαγορεύει. Οι πιέσεις αυτές γίνονται αντιληπτές σήμερα, υπό τις εξής μορφές:
(α) Στην κοινωνική συνιστώσα, με την υποβάθμιση της εργασίας τόσο ποσοτικά, όσον αφορά τις θέσεις απασχόλησης, όσο και ποιοτικά, όσον αφορά την αύξηση της εισοδηματικής ανισότητας και τη συμμετοχή του εισοδήματος της εργασίας στο συνολικό ακαθάριστο προϊόν αλλά και την επίπτωση που έχει η υψηλή εξάρτηση από την τεχνολογία, στην κοινωνική και ψυχολογική διάσταση της συγκρότησης του ατόμου- εργαζόμενου, ως υποκειμένου της εξέλιξης.
(β) Στην περιβαλλοντική συνιστώσα, με την υποβάθμιση του περιβάλλοντος, όπως ενδεικτικά αυτή αποτυπώνεται στην επιβάρυνση της φέρουσας χωρητικότητας του πλανήτη και ιδιαίτερα στη μόλυνση και στην κλιματική αλλαγή.
Επειδή οι πιέσεις αυτές, συνιστούν εντέλει εμπόδια στην απρόσκοπτη εξέλιξη της μεγέθυνσης της οικονομίας, καθίσταται σαφές ότι ο νέος τύπος εξέλιξης της οικονομικής ανάπτυξης, η παγκόσμια οικονομία της γνώσης, διαφοροποιείται από τον βιομηχανικό, όσον αφορά την έγερση εμποδίων στην οικονομική μεγέθυνση. Αυτά τα εμπόδια, που δημιουργούνται από τον ίδιο τον τύπο με τον οποίο μεγαλώνει η οικονομία, δηλαδή από τον τρόπο με τον οποίο δημιουργείται η ανάπτυξη, συνιστούν και τις μεγάλες απειλές για τη βιωσιμότητά του. Η διαπίστωση αυτή, επανερχόμενοι στον τίτλο αυτής της ομιλίας, υποδεικνύει και τις δύο προϋποθέσεις που πρέπει να εκπληρεί, μία πρόταση εναλλακτικής στρατηγικής ανάπτυξης για να εξασφαλίζει τη μακροπρόθεσμη βιωσιμότητα της οικονομικής ανάπτυξης:
Πρώτον, τη ρύθμιση του σύγχρονου μοντέλου ανάπτυξης, έτσι ώστε να μην αναπτύσσονται, τουλάχιστον σε τέτοια απειλητική ένταση αυτές οι πιέσεις και
Δεύτερον, μια τέτοια ρύθμιση, ισοδυναμεί με τη σταδιακή συνειδητή μείωση της έντασης κεφαλαίου της παραγωγικής διαδικασίας και επομένως και του ρυθμού της οικονομικής μεγέθυνσης που αυτή επιβάλλει.
Η υιοθέτηση μιας τέτοιας πρότασης, επιβάλλει μια ριζικά διαφορετική θεώρηση για το ρόλο της τεχνολογίας, όσον αφορά τη διεύρυνση της φέρουσας χωρητικότητας του πλανήτη και προϋποθέτει μιαν αλλαγή των κοινωνικών αντιλήψεων για την εξέλιξη και την πρόοδο, δηλαδή για το τι συνιστά πρόοδο και τι συνιστά εξέλιξη, που μετατοπίζει συνολικά, στη βάση των πολιτιστικών αξιών, την έμφαση, από τη μεγέθυνση στην αυτοσυγκράτηση.
Ειδικότερα, τα συμπεράσματα αυτά υποδηλώνουν, ότι οι παραδοσιακές πολιτικές ανάπτυξης, είτε στηρίζονται στον κλασσικό (ο οποίος σήμερα αποκαλείται, αποπροσανατολιστικά, κοινωνικός) είτε στο νέο φιλελευθερισμό, δεν συνιστούν επαρκή ανταπόκριση στις προκλήσεις με τις οποίες σήμερα είμαστε αντιμέτωποι, και δεν σχετίζονται με τις προϋποθέσεις αναζήτησης ενός νέου αναπτυξιακού μοντέλου σε βιώσιμη κατεύθυνση.
Μεταξύ των άλλων προτάσεων που θα διερευνήσετε στο Συνέδριό σας, για το περιεχόμενο ενός νέου πράσινου συμβολαίου ανάπτυξης, που θα ανταποκρίνεται στις επείγουσες οικονομικές, κοινωνικές και περιβαλλοντικές περιστάσεις, καταθέτω τις εξής προκαταρκτικές γενικές κατευθύνσεις και σκέψεις, όπως προκύπτουν από το επίπεδο της ανάλυσης πολιτικής οικονομίας η οποία προηγήθηκε:
1. Στην οικονομική συνιστώσα, η ρύθμιση των αγορών και της οικονομίας, η οποία επιβάλλεται, θα πρέπει να αντανακλά την εξισορρόπηση των σκοπών της οικονομικής, κοινωνικής και περιβαλλοντικής συνιστώσας στη διαμόρφωση της πορείας της οικονομικής ανάπτυξης.
Οι αγορές δεν είναι φυσικοί θεσμοί και επομένως δεν μπορούν να λειτουργήσουν από μόνες τους με κοινωνικά και περιβαλλοντικά κριτήρια. Η οικονομική αποτελεσματικότητά τους, που δήθεν εγγυάται την πολιτικά ορθή συμπεριφορά τους, καθορίζεται από μία οικονομική θεωρία που εκλαμβάνει την οικονομική δραστηριότητα με σκοπό το κέρδος, ως τον αποκλειστικό σκοπό της κοινωνικής δραστηριότητας και θεωρεί τη φέρουσα χωρητικότητα του πλανήτη, απεριόριστη. Δηλαδή η έννοια της οικονομικής αποτελεσματικότητας την οποία υπηρετούν, δεν συμπεριλαμβάνει στις συντεταγμένες ορισμού της, ούτε την κοινωνική, ούτε την περιβαλλοντική παράμετρο.
Ένα παράδειγμα μιας τέτοιας θετικής πολιτικής, που ορίζει κοινωνικές, περιβαλλοντικές και ηθικές συντεταγμένες στις αγορές αποδεχόμενη μείωση του χρηματοοικονομικού κέρδους, δηλαδή του ρυθμού της οικονομικής μεγέθυνσης, είναι η προώθηση των λεγόμενων κοινωνικά υπεύθυνων επενδύσεων, δηλαδή των χρηματοοικονομικών επενδύσεων που πραγματοποιούνται με βάση αυτά τα κριτήρια: διατήρηση και αύξηση της απασχόλησης, σεβασμός περιβάλλοντος και ηθικοί κανόνες διακυβέρνησης. Η δημιουργία μιας Ευρωπαϊκής αγοράς για αυτές τις επενδύσεις, από το 2000, που αναπτύσσεται ήδη ραγδαία και έχει συστήσει τις οργανώσεις της σε παν-ευρωπαϊκή (Eurosif) και σε εθνική κλίμακα (sif’s), υπoδηλώνει την ύπαρξη μακροπρόθεσμων επενδυτών (Τραπεζών, χρηματοοικονομικών οργανισμών, Ασφαλιστικών εταιρειών, Συνταξιοδοτικών Ταμείων, ιδιωτών) που ήδη θεωρούσαν, πολύ πριν την εκδήλωση της κρίσης, ότι ακόμη και τα κέρδη, όταν επιδιώκονται σε μαξιμαλιστική και βραχυπρόθεσμη βάση και από επιχειρηματικές δραστηριότητες που επιβαρύνουν την κοινωνική και περιβαλλοντική συνιστώσα της ανάπτυξης και επομένως δεν είναι βιώσιμες, είναι μακροπρόθεσμα, χρηματοοικονομικά επισφαλή και μη βιώσιμα.
2. Στην περιβαλλοντική συνιστώσα, η αποκατάσταση της φέρουσας χωρητικότητας του πλανήτη η οποία επιβάλλεται, θα πρέπει να προωθηθεί με μια ποιοτικά διαφορετική αντιμετώπιση των ρυπογόνων και επιβλαβών περιβαλλοντικά οικονομικών δραστηριοτήτων, δηλαδή με μία θεώρηση που, σε αντίθεση με την κυρίαρχη, αναγνωρίζει την ενδεχόμενη μη αναστρεψιμότητα των καταστροφών που επιφέρει η οικονομική δραστηριότητα στο περιβάλλον. Μια τέτοια αντιμετώπιση αντιδιαστέλλεται με την κυρίαρχη σήμερα πολιτική επιβολής οικονομικού κόστους σε αυτόν που μολύνει ή εκπέμπει πέρα από τα όρια ρυπογόνα αέρια στο περιβάλλον. Μια τέτοια αντιμετώπιση του προβλήματος, βρίσκεται και στη ρίζα της συγκρότησης του σύγχρονου αναπτυξιακού μοντέλου. Μετατοπίζοντας, η οικονομία της γνώσης, τις βαριές ενεργοβόρες και ρυπογόνες παραγωγικές δραστηριότητες στις αναπτυσσόμενες χώρες δεν λύνεται το πρόβλημα της υπερθέρμανσης και μόλυνσης του πλανήτη. Αντίθετα, επιβάλλεται μια πολιτική επιβολής ορίων σε αυτές τις δραστηριότητες, όπως αποτυπώνεται και στο περιεχόμενο της μη υπογραφείσας Συνθήκης του Κιότο. Η εκ των υστέρων αντιμετώπιση του προβλήματος, αφενός δεν παίρνει υπόψη της το ενδεχόμενο μη αναστρέψιμης βλάβης και αφετέρου διακρίνει σε δύο κατηγορίες τους φορείς των ρυπογόνων δραστηριοτήτων, επιβάλλοντας οικονομικά κόστη που οι μεν πλούσιοι μπορούν να αντεπεξέλθουν οι δε φτωχοί όχι, υποκρύπτοντας με τον τρόπο αυτό, έναν περιορισμό στην οικονομική τους μεγέθυνση.
3. Στην κοινωνική συνιστώσα, η ανακούφιση της εργασίας η οποία επιβάλλεται, θα πρέπει να αντιμετωπισθεί αφενός με αναπτυξιακές πολιτικές έντασης εργασίας, που μειώνουν την ένταση κεφαλαίου στην παραγωγική διαδικασία και δημιουργούν νέες θέσεις απασχόλησης, και αφετέρου, με πολιτικές αύξησης του ελεύθερου χρόνου (χωρίς μείωση των αμοιβών), τόσο για τη δημιουργία θέσεων απασχόλησης όσο και την αντιμετώπιση της τεχνολογικής πίεσης που δημιουργούν οι σύγχρονες συνθήκες εργασίας. Η κατάρρευση της παιδείας, της υγείας και του συνταξιοδοτικού συστήματος στο σύγχρονο οικονομικό σύστημα, οφείλεται στη συρρίκνωση του ρόλου της εργασίας και στην υπέρτατη ανάγκη μόχλευσης των διαθέσιμων οικονομικών πόρων για την αύξηση της έντασης κεφαλαίου, που είναι απαραίτητη για την εδραίωση της Οικονομίας της Γνώσης.
Οι επενδύσεις σε πράσινη τεχνολογία, ενώ ακούγονται εύηχα, στην ουσία αυξάνουν την ένταση κεφαλαίου της παραγωγικής διαδικασίας και εντάσσονται στο κυρίαρχο παραγωγικό μοντέλο. Εδώ ακριβώς βρίσκεται και η καρδιά του προβλήματος και, με αυτό καταλήγω.
Η τεχνολογία και αν ακόμη είναι σε θέση να διευρύνει τη φέρουσα χωρητικότητα του πλανήτη, και να καταστήσει έτσι την οικονομική μεγέθυνση απεριόριστη, σήμερα γνωρίζουμε ότι η προσφυγή σε αυτήν, απλά αναβάλλει το πρόβλημα, καθιστώντας ακόμη πιο δύσκολη την επίλυσή του: αφενός γιατί πολυπλοκοποιεί ακόμη περισσότερο το οικονομικό σύστημα, καθιστώντας έτσι πιο ευάλωτες τις κοινωνικές δομές και την ανάπτυξη (βλ. κρίση) και απαιτώντας την άσκηση ενός ακόμη μεγαλύτερου πολιτικού ελέγχου σε αυτές (βλ. ανάπτυξη κυβερνοσφαίρας και σύγχρονα ΜΜΕ) και αφετέρου, οδηγεί σε λύσεις, που έχουν ολοένα και μεγαλύτερο κόστος.
Δύο ερωτήματα τίθενται αναφορικά με τη βιωσιμότητα αυτού του ρόλου της τεχνολογίας. Η απάντηση σε αυτά καθορίζει και το πρόταγμα της πολιτικής που πρέπει να ακολουθηθεί:
(α) Είναι δυνατόν να εξελίσσεται μακροπρόθεσμα η χρηματοδότηση της τεχνολογικής αλλαγής με ρυθμούς μεγαλύτερους από αυτούς της οικονομικής μεγέθυνσης; Η απάντηση είναι ενδεχόμενα θετική, μόνο υπό την προϋπόθεση ότι σταδιακά όλοι οι οικονομικοί πόροι, όπως οι πόροι της κοινωνικής πολιτικής και του εισοδήματος της εργασίας θα διατίθενται για την παραγωγή τεχνολογίας.
(β) Και αν ακόμη η μακροπρόθεσμη χρηματοδότηση της τεχνολογικής αλλαγής είναι εφικτή, είναι επιθυμητή; Με άλλα λόγια, είμαστε διατεθειμένοι να διατηρήσουμε τους ανοδικούς ρυθμούς της οικονομικής μεγέθυνσης που γνωρίσαμε, με αντάλλαγμα τη διαρκή αύξηση των πιέσεων στην κοινωνική και στην περιβαλλοντική συνιστώσα της ανάπτυξης, που σήμερα πλέον καλά γνωρίζουμε, που συνεπάγεται η αδιάκοπη παραγωγή τεχνολογίας;
Read more...
Παρασκευή 27 Φεβρουαρίου 2009
Βιωσιμότητα, ανάπτυξη και “πράσινος” καπιταλισμός.
"Ο “πράσινος” καπιταλισμός δεν μπορεί να αποτελέσει βιώσιμη και οριστική λύση στο παγκόσμιο περιβαλλοντικό πρόβλημα.
Μια βιώσιμη περιβαλλοντικά και κοινωνικά λύση θα έπρεπε να στηριχθεί σε βασικές αρχές της πολιτικής οικολογίας όπως η αλληλεγγύη, η μη βία, η κατά το δυνατόν αμεσότερη δημοκρατία, η αποκέντρωση, η ανάπτυξη του κοινωνικού τομέα της οικονομίας.
Είναι βέβαιο ότι η αντιμετώπιση των προβλημάτων συντονισμού θα απαιτήσει κάποιο είδος σοσιαλιστικής διαχείρισης και ελέγχου της παραγωγής καθώς και κοινωνικής αναδιανομής ενώ δεν θα πρέπει να αποκλεισθεί —σε πρώτη τουλάχιστον φάση— η δυνατότητα να βρεθεί κάποιος τρόπος να ενσωματωθούν δημιουργικά και στοιχεία του καπιταλισμού όπως η ροπή προς καινοτομία και η δυνατότητα παροχής ποικιλίας αγαθών μέσα όμως από ένα άλλο πλαίσιο κινήτρων.
Η ανάπτυξη στο πλαίσιο αυτό θα αφορά περισσότερο την ανθρώπινη αυτοπραγμάτωση και δευτερευόντως την διεύρυνση της υλικής βάσης (κυρίως των λιγότερο αναπτυγμένων περιοχών του πλανήτη. (...)
Το “πράσινο New Deal” που προτείνουν τα πράσινα κόμματα, παρόλο που εγγράφεται σε μια προοπτική “πράσινου καπιταλισμού”, είναι ίσως μοναδική ευκαιρία ώστε το ξεπέρασμα της κρίσης να συνδυαστεί με μέτρα περιβαλλοντικής προστασίας που μπορούν να αποτελέσουν βάση για μελλοντικές θετικότερες εξελίξεις".
Διαβάστε όλη την εισήγηση του Δ. Φουτάκη στην Ημερίδα για την Οικονομία των Οικολόγων Πράσινων, στη Θεσσαλονίκη.
Read more...
Κυριακή 21 Δεκεμβρίου 2008
Η πολιτική της ανυπακοής και η "μη-συνεργασία"
Η μεγαλύτερη συμβολή του Χένρι Ντέιβιντ Θορό είναι ότι επαναστατικοποίησε την ιδέα της επανάστασης. Μέχρι το «Civil Disobedience» η ιδέα της επανάστασης ήταν συνυφασμένη με τη βία και το αίμα. Ο Θορό αντέτεινε ότι ένας πολίτης, στηρίζοντας έναν άδικο νόμο μέσω της υπακοής ή της χρηματοδότησης, κατ’ ουσίαν τροφοδοτεί την αδικία. Οι άνθρωποι με συνείδηση μπορούν να πολεμήσουν την αδικία χωρίς να καταφύγουν στη βία. Μπορούν να επιβραδύνουν και τελικά να σταματήσουν τη μηχανή της αδικίας χρησιμοποιώντας την τριβή της «μη-συνεργασίας».
Άρθρο του Πασχου Μανδραβελη
Διαβάστε και το άρθρο Μανιφέστο δύο αιώνων
Η πολιτική της ανυπακοής
Kανείς στη Μασαχουσέτη των αρχών του 19ου αιώνα δεν θα πίστευε ότι ο ερημίτης της Κομητείας Κονκόρντ, ονόματι Χένρι Ντέιβιντ Θορό, θα γινόταν κάποτε επαναστάτης. Οπως και κανείς, πριν από τον Μαχάτμα Γκάντι, δεν έδωσε σημασία σε ένα μακροσκελές άρθρο με τον τίτλο «Αντίσταση στην πολιτική του κράτους» («Resistance to Civil Government») που δημοσιεύτηκε το 1849 στην εντελώς άγνωστη επιθεώρηση «Εsthetic Papers».
Ο Χένρι Ντέιβιντ Θορό ήταν ένας άνθρωπος που ήθελε απλώς να τον αφήνουν ήσυχο. Ζούσε σε καλύβα δίπλα σε μια λίμνη στο δάσος που περιέβαλε το χωριό του. Αποτελούσε κάτι αξιοπερίεργο στην μικρή κοινότητα του Κόνκορντ διότι «γυρνούσε στα δάση, χωρίς καν να έχει όπλο». Σύμφωνα με τον μέντορά του, τον συγγραφέα και φιλόσοφο Ράλφ Γουόλντο Εμερσον, ο Θορό «δεν άσκησε ποτέ κανένα επάγγελμα. Ζούσε μόνος του δεν παντρεύτηκε ποτέ. Δεν ψήφισε ποτέ, δεν πήγε στην εκκλησία ποτέ, δεν πλήρωσε φόρους ποτέ. Δεν έφαγε ποτέ κρέας. Δεν ήπιε ποτέ κρασί και αρνιόταν την χρήση καπνού. Παρ’ όλο που ζούσε στη Φύση δεν χρησιμοποιούσε όπλο ή παγίδες ζώων. Δεν είχε το ταλέντο να γίνει πλούσιος, αλλά ήξερε πώς να είναι φτωχός χωρίς να επιτρέπει ούτε ένα σημάδι κακομοιριάς ή έλλειψης καλαισθησίας... Επέλεξε να γίνει ο εργένης της σκέψης και της Φύσης».
Παρ’ όλα αυτά ο Θορό δεν ήταν ξεκομμένος από τα πολιτικά και φιλοσοφικά ρεύματα της εποχής του. Ηταν ένθερμος υποστηρικτής του ελάχιστου κράτους και σφοδρός πολέμιος της δουλείας. Μετείχε στους κύκλους των στοχαστών του «υπερβατισμού» (transcendentalism), ένα ρεύμα ιδεών που αναπτύχθηκε στην Νέα Αγγλία τον 19ο αιώνα, πατριάρχης του οποίου ήταν ο Ράλφ Γουόλντο Εμερσον.
Ο Θορό έγραφε πολύ, κυρίως πράγματα που είχαν σχέση με τη Φύση, αλλά τα έργα του (ακόμη και το κορυφαίο «Waldo») θα ήταν μια υποσημείωση της ιστορίας αν ένα πρωί δεν χτύπαγε την πόρτα της καλύβας του ο έφορος της Μασαχουσέτης.
Ηταν η εποχή που οι ΗΠΑ είχαν ξεκινήσει έναν κατακτητικό πόλεμο κατά του Μεξικού (που κατέληξε στην προσάρτηση του Τέξας και άλλων εδαφών μέχρι την Καλιφόρνια), πόλεμο στον οποίο εναντιώνονταν όλα τα φιλελεύθερα πνεύματα των ΗΠΑ και, φυσικά, ο Θορό. Ηταν, επίσης, η εποχή που ανθούσε η δουλεία. Ο Θορό, όπως και πολλοί άλλοι (κυρίως «Κουάκεροι»), αρνούνταν να πληρώνουν φόρους με τη λογική ότι δεν ήθελαν να συμβάλλουν σε έναν άδικο πόλεμο που θα ενίσχυε τον θεσμό της δουλείας. Δεν ήταν η πρώτη φορά που ο Θορό αρνήθηκε να πληρώσει άδικο φόρο. Οπως διηγήθηκε ο ίδιος, στα 1835 «το Κράτος με συνάντησε εκ μέρους της Εκκλησίας και με διέταξε να πληρώσω ένα συγκεκριμένο ποσό για έναν κληρικό, τη λειτουργία του οποίου ο πατέρας μου παρακολουθούσε, αλλά όχι εγώ. “Πλήρωσε”, μου είπαν, “ή θα πας φυλακή”. Αρνήθηκα, αλλά δυστυχώς κάποιος άλλος πλήρωσε εκ μέρους μου. Δεν έβλεπα τον λόγο γιατί ο δάσκαλος έπρεπε να πληρώσει τον παπά και όχι ο παπάς τον δάσκαλο, αφού δεν ήμουν δάσκαλος της Πολιτείας, αλλά στηριζόμουν σε μη υποχρεωτικές συνδρομές (των μαθητών)... Πάντως, έπειτα από απαίτηση των αρχών, συμφώνησα να κάνω μια γραπτή δήλωση που έλεγε περίπου τα εξής: “Εγώ, ο Χένρι Ντέιβιντ Θορό δηλώνω σε όλους ότι δεν επιθυμώ να είμαι μέλος οποιασδήποτε κοινότητας στην οποία δεν έχω κάνει αίτηση να ενταχθώ”».
Κατόπιν αυτού, ουδείς του ξαναζήτησε εκκλησιαστικό φόρο, αλλά ούτε φόρο εισοδήματος (επειδή δεν είχε εισόδημα) ούτε φόρο ακίνητης περιουσίας (επειδή δεν είχε ακίνητη περιουσία). Ομως, τον Ιούλιο του 1846 εκλήθη να πληρώσει αναδρομικά «εκλογικό φόρο» έξι ετών που στην ουσία είναι «κεφαλικός φόρος». Φυσικά αρνήθηκε (δεν ψήφιζε καν) και καταδικάστηκε σε φυλάκιση. Αρνήθηκε να εξαγοράσει την ποινή του και οργίστηκε όταν (πιθανότατα) η αδελφή του πλήρωσε για να βγει από τη φυλακή. Η μία νύχτα όμως που πέρασε στο κελί ήταν για τον ίδιο μια τρομαχτική εμπειρία. Τότε κατάλαβε, όπως έγραψε στο ημερολόγιό του, την τρομαχτική δύναμη του κράτους να παραβιάζει τη συνείδηση και τα πιστεύω των πολιτών.
Αυτή η εμπειρία έγινε διάλεξη και η διάλεξη άρθρο για να καταλήξει σε μια κλασική πολιτική πραγματεία με το όνομα «Πολιτική ανυπακοή», η οποία εξετάζει πώς και υπό ποιες προϋποθέσεις οι άνθρωποι υπακούουν στους νόμους, ακόμη κι αν πιστεύουν ότι οι νόμοι είναι άδικοι. Το έργο πέρασε απαρατήρητο τα επόμενα 50 χρόνια ώσπου ένας Ινδός δικηγόρος στη Νότιο Αφρική το έκανε ευαγγέλιο του κινήματος της «μη-συνεργασίας με τις αρχές». Ο Μαχάτμα Γκάντι ήταν ο πρώτος που έκανε πράξη τις ιδέες του Θορό, ακολούθησε ο Μάρτιν Λούθερ Κινγκ και πολλοί άλλοι.
Από τον Σοφοκλή στον Τζον Ρολς
Η πολιτική ανυπακοή απαντάται για πρώτη φορά στον Σοφοκλή. Μόνο που το αίτημα της Αντιγόνης δεν είναι πολιτικό, είναι ηθικό. Η ηρωίδα της τραγωδίας παραβαίνει τον άδικο για τους Θεούς νόμο και θάβει τον αδελφό της.
O Θορό –αν και περιέργως πως δεν αναφέρει πουθενά την Αντιγόνη στην πραγματεία του– ξεκινάει μεν από την ηθική των ατόμων που είναι πιο ιερή από τους νόμους του κράτους, αλλά κάνει το αίτημα πολιτικό. Για την ακρίβεια, η μεγαλύτερη συμβολή του Θορό δεν είναι ότι ενέπνευσε ειρηνικές επαναστάσεις, οι οποίες άλλαξαν τον κόσμο. Η μεγαλύτερη συμβολή του είναι ότι επαναστατικοποίησε την ιδέα της επανάστασης. Μέχρι το «Civil Disobedience» η ιδέα της επανάστασης ήταν συνυφασμένη με τη βία και το αίμα. Ο Θορό αντέτεινε ότι ένας πολίτης, στηρίζοντας έναν άδικο νόμο μέσω της υπακοής ή της χρηματοδότησης, κατ’ ουσίαν τροφοδοτεί την αδικία. Οι άνθρωποι με συνείδηση μπορούν να πολεμήσουν την αδικία χωρίς να καταφύγουν στη βία. Μπορούν να επιβραδύνουν και τελικά να σταματήσουν τη μηχανή της αδικίας χρησιμοποιώντας την τριβή της «μη-συνεργασίας».
Ο μεγάλος φιλόσοφος του Δικαίου Τζον Ρολς πήγε την πολιτική ανυπακοή ένα βήμα παραπέρα. Εθεσε τους κανόνες της. Οταν κάποιοι πολίτες νιώθουν ότι ο νόμος προσβάλλει τα δικαιώματά τους, οφείλουν να τον παραβούν τηρώντας όμως τρεις προϋποθέσεις: 1) η παραβίαση του νόμου να μην εμπεριέχει βία 2) να γίνεται δημόσια (δηλαδή και χωρίς κουκούλες) 3) οι παραβάτες να πληρώνουν το τίμημα της παράβασης. Το τελευταίο είναι κρίσιμο. Πρώτον, πιστοποιεί ότι οι παραβάτες δεν εξυπηρετούν ίδιον όφελος παραβαίνοντας το νόμο και δεύτερον μεγιστοποιείται το αποτέλεσμα της πολιτικής ανυπακοής. Είτε επικοινωνιακά είτε διά της νομολογίας που εκδίδει κάποιο δικαστήριο.
Μετά απ’ όλα αυτά, πρέπει να αναλογιστούμε κάτι σε σχέση με τα ελληνικά πράγματα: πόση «Πολιτική ανυπακοή» και πόσο απολιτικό μπάχαλο ζήσαμε αυτές τις μέρες; Οχι μόνο κατά τη διάρκεια της νεολαιίστικης εξέγερσης, αλλά γενικώς.
Ιnfo
- Ντέιβιντ Χένρι Θορό, «Πολιτική ανυπακοή - Ζωή χωρίς αρχές - Περπατώντας», τρία δοκίμια, εκδ. «Διεθνής Βιβλιοθήκη»
- Τζον Ρολς, «Θεωρία της Δικαιοσύνης», εκδ. Πόλις
- Τζον Ρολς, «Η δίκαιη κοινωνία», εκδ. Πόλις
Πασχος Μανδραβελης, "Καθημερινή", 21-12-2008
Read more...
Σάββατο 20 Δεκεμβρίου 2008
Η μη βίαιη δράση των ισχυρών
Ηθικά ανώτεροι οι νέοι αυτοί, δημιουργούν ρωγμές στη συνείδηση των οργάνων και τους αποδιαρθρώνουν ως μηχανές βίαιης επιβολής
Read more...
Παρασκευή 19 Δεκεμβρίου 2008
Μανιφέστο των εχθρών του καταναλωτισμού
"Οι περισσότεροι άνθρωποι ζουν τη ζωή τους μέσα σε μια σιωπηλή απόγνωση. Αυτό που άλλοι ονομάζουν αποδοχή των συνθηκών, στην πραγματικότητα δεν είναι παρά ένα είδος επιβεβαιωμένης απελπισίας".
Από το κλασικό έργο «Walden ή Η ζωή στο δάσος» του Aμερικανού οραματιστή Χένρι Θορώ
Το βιβλίο «Walden ή Η ζωή στο δάσος» πρωτοδημοσιεύτηκε το 1854 και περιγράφει τις εμπειρίες, τις σκέψεις και τους προβληματισμούς του συγγραφέα του Henry D. Thoreau. Είναι το βιβλίο που δεν έπαψε να μεταφράζεται έκτοτε σε όλο τον κόσμο και να αποτελεί το μανιφέστο όλων όσοι ονειρεύονται να αφήσουν τις καταναλωτικές συνήθειες και να αποσυρθούν στη ζωή στη Φύση• όλων όσοι οραματίζονται το ασυμβίβαστο. Γιατί ο Αμερικανός συγγραφέας ήταν «ο αυτόκλητος επιθεωρητής της χιονοθύελλας και της καταιγίδας [...] ενός τοπογράφου όχι των δημόσιων δρόμων, αλλά των μονοπατιών του δάσους και όλων εκείνων των μονοπατιών που διασχίζουν τα χωράφια».
Ο Henry D. Thoreau ήταν 28 χρόνων και απόφοιτος του Χάρβαρντ όταν, το 1845, αποφάσισε να αφήσει πίσω του τον πολιτισμό και να πάει στις όχθες της μικρής λίμνης Ουάλντεν. Εκεί «χτίζει μια μικρή καλύβα, μόλις τριάμισι επί τεσσεράμισι μέτρα, με ξυλεία της περιοχής και άχρηστα σανίδια, πάνω σε δανεική γη, χρησιμοποιώντας ένα δανεικό τσεκούρι. Σκάβει ένα κελάρι στο μαλακό χώμα. Φυτεύει ένα χωράφι με φασολιές. Χτίζει μόνος του την καμινάδα, φτιάχνει ασβέστη, σοβαντίζει ο ίδιος το σπίτι του. Τρέφεται κατά κύριο λόγο με φρούτα και λαχανικά. Η αποθήκη τροφίμων του περιέχει κυρίως ρύζι, μελάσα, κριθάλευρο και καλαμποκάλευρο, το λεγόμενο “ινδιάνικο αλεύρι”».
Η μόνη του απασχόληση, εκτός από τη φροντίδα του εαυτού του, τα τρία χρόνια που έζησε στο χειροποίητο σπιτάκι της λίμνης Ουάλντεν, ήταν να γράφει, να διαβάζει, να στοχάζεται και να συζητάει με τους λιγοστούς γείτονές του. Εάν για τα μέσα του 19ου αιώνα, στην Αμερική, αυτός ο τρόπος ζωής ήταν ένα όνειρο, για όσους ζουν τους ιλιγγιώδεις ρυθμούς ζωής του 21ου αιώνα είναι ένα άπιαστο όνειρο. Ταυτόχρονα, το βιβλίο του Henry D. Thoreau είναι και ένα πανόραμα διαφόρων υφολογικών τεχνικών που κυριαρχούσαν στα μέσα του 19ου αιώνα.
Το «Walden ή Η ζωή στη λίμνη» κυκλοφορεί ξανά από τις εκδόσεις «Κέδρος» σε μετάφραση Βασίλη Αθανασιάδη. Δεν είναι η πρώτη φορά που κυκλοφορεί στα ελληνικά. Η πρώτη έκδοση έγινε τη δεκαετία του ’50 από την «Ατλαντίδα» με περικοπές. Η επόμενη έκδοσή του στα ελληνικά έγινε το 1981 από τις εκδόσεις «Διεθνής Βιβλιοθήκη» σε μετάφραση Χρήστου Κωνσταντινίδη. Από τις σελίδες ενός βιβλίου, που ενάμιση αιώνα μετά την πρώτη κυκλοφορία του (1854) εξακολουθεί να αναστατώνει τον αναγνώστη, από τις σκέψεις ενός ανθρώπου που έκανε πράξη απόβασης σ’ έναν άγριο τόπο, εγκαταστάθηκε σε μια δασώδη περιοχή, απέρριψε τα περίτεχνα στολίδια της πολιτισμένης ζωής και ξεκίνησε μια ζωή βασιζόμενος στην αυτάρκεια, από ένα σύνολο προτάσεων που είναι σήμερα, «τόσο άφθαρτες όσο και ξεπερασμένες», δημοσιεύουμε μερικά αποσπάσματα.
Οικονομία
«Οι περισσότεροι άνθρωποι, ακόμα και σε αυτήν τη σχετικά ελεύθερη χώρα, εξαιτίας της άγνοιάς τους ή από κάποιο μοιραίο λάθος, τόσο πολύ βουλιάζουν στις πλασματικές τους έγνοιες και στη σκληρή και όμως περιττή χειρωνακτική εργασία, που γίνονται ανίκανοι να τρυγήσουν τους εκλεκτούς καρπούς της ζωής. Τα δάκτυλά τους έχουν γίνει αδέξια και τρέμουν από την πολλή δουλειά, έτσι που τους είναι άχρηστα για οτιδήποτε άλλο.
Η αλήθεια είναι πως στον εργαζόμενο δεν απομένει καθόλου χρόνος για κοινωνική αξιοπρέπεια. Δεν έχει την πολυτέλεια να διατηρεί ούτε τις απολύτως απαραίτητες σχέσεις με τους συνανθρώπους του, από φόβο μήπως και ο χρόνος που θα χάσει γίνει αιτία να υποτιμηθεί η εργασία του στην αγορά. Δεν του μένει καιρός για να είναι τίποτε παραπάνω από μια μηχανή. Πώς μπορεί να αναρωτηθεί για την άγνοιά του -πράγμα απαραίτητο για να μπορέσει να αναπτυχθεί- εκείνος που τόσο συχνά βρίσκεται αναγκασμένος να χρησιμοποιεί τις γνώσεις του; Κανονικά θα έπρεπε πού και πού να τον ταΐζουμε και να τον ντύνουμε δωρεάν, καθώς και να τον σκλαβώνουμε με τις φιλοφρονήσεις μας, αντί να τον κρίνουμε. Όπως τα άνθη των οπωροφόρων, έτσι και τα εκλεκτότερα από τα χαρίσματα της ανθρώπινης φύσης μας δεν αντέχουν παρά μόνο στο πιο απαλό άγγιγμα. Και όμως, ούτε στους εαυτούς μας ούτε στους συνανθρώπους μας φερόμαστε με την τρυφερότητα που πρέπει.
Κάποιοι από εσάς, το ξέρουμε όλοι, είστε φτωχοί, η ζωή σας είναι δύσκολη, κάποιες φορές νιώθετε σαν να πνίγεστε. Δεν έχω αμφιβολία πως ορισμένοι από εσάς που διαβάζετε το βιβλίο αυτό αδυνατείτε να πληρώσετε όλα εκείνα τα γεύματα που έχετε ήδη καταναλώσει ή να αντικαταστήσετε τα πανωφόρια και τα παπούτσια σας που φθείρονται μέρα με τη μέρα, αν δηλαδή δεν έχουν ήδη φθαρεί. Έχετε φτάσει ως τη σελίδα αυτή θέλοντας να σκοτώσετε λίγο από τον δανεισμένο ή κλεμμένο χρόνο σας, να ξεκλέψετε άλλη μια ώρα από τους πιστωτές σας. Χάρη στις δικές μου εμπειρίες μπορώ και βλέπω ολοκάθαρα πόσο ταπεινές, πόσο λαθραίες είναι οι ζωές πολλών από εσάς: πάντα στα όρια, πάντα να πασχίζετε να μπείτε στην παραγωγή και να βγείτε από τα χρέη. Είναι ο ίδιος εκείνος ο πανάρχαιος ζυγός που οι Λατίνοι αποκαλούσαν oes alienum, δηλαδή “ο χαλκός των άλλων”, μια και κάποια από τα νομίσματά τους είναι φτιαγμένα από χαλκό. Διαρκώς υπόσχεστε να πληρώσετε αύριο, πάντοτε αύριο, ενώ σήμερα πεθαίνετε στην ψάθα. Διαρκώς ψάχνετε τρόπους να κερδίσετε την εύνοια των άλλων μήπως και αρπάξετε κάποιον πελάτη, με οποιονδήποτε τρόπο, φτάνει να μην αποτελεί ποινικό αδίκημα: λέτε ψέματα, κολακεύετε, ψηφίζετε. Συρρικνώνετε τον εαυτό σας ώσπου να γίνει ένα μικρό κουκούτσι από καθαρή αβροφροσύνη ή τον φουσκώνετε μέχρι να γίνει αραιός αιθέρας γενναιοδωρίας, μήπως και καταφέρετε και πείσετε τον γείτονά σας να σας επιτρέψει να του φτιάξετε τα παπούτσια, το καπέλο, το παλτό, την άμαξα ή να εισαγάγετε τα τρόφιμά του. Αρρωσταίνετε προσπαθώντας να εξοικονομήσετε μερικά χρήματα για την ημέρα που θα αρρωστήσετε. (...)
Οι περισσότεροι άνθρωποι ζουν τη ζωή τους μέσα σε μια σιωπηλή απόγνωση. Αυτό που άλλοι ονομάζουν αποδοχή των συνθηκών, στην πραγματικότητα δεν είναι παρά ένα είδος επιβεβαιωμένης απελπισίας».
Κατακλείδα
«Από την αγάπη, από το χρήμα και τη δόξα προτιμώ την αλήθεια. Κάθισα κάποτε σ’ ένα τραπέζι στο οποίο τα φαγητά και τα κρασιά έρεαν σε αφθονία και όπου όλοι οι συνδαιτυμόνες συμπεριφέρονταν με δουλοπρέπεια, ενώ απουσίαζαν παντελώς η ειλικρίνεια και η αλήθεια. Έφυγα πεινασμένος από το αφιλόξενο εκείνο δείπνο. Η φιλοξενία ήταν τόσο ψυχρή όσο τα παγωτά που πρόσφεραν για επιδόρπιο. Δεν χρειαζόταν πάγος για να παγώσουν. Μου μιλούσαν για την ηλικία των κρασιών και για τη φήμη της κάθε σοδειάς, όμως εγώ είχα στο μυαλό μου ένα πιο παλιό, ή πιο νέο, και πιο καθαρό κρασί, μιας σοδειάς πολύ πιο ένδοξης, που οι οικοδεσπότες μου δεν το είχαν και ούτε μπορούσαν να το αγοράσουν. Το ύφος, η οικία, η έκταση του οικοπέδου και η «ψυχαγωγία» δεν μου λένε τίποτα. Πέρασα να επισκεφτώ τον βασιλιά, αλλά με έβαλε και περίμενα στον προθάλαμό του και συμπεριφέρθηκε σαν να μην ήταν ικανός να προσφέρει φιλοξενία. Υπήρχε ένας άνθρωπος στη γειτονιά μου που ζούσε μέσα στην κουφάλα ενός δέντρου. Οι τρόποι του ήταν στ’ αλήθεια αντάξιοι ενός βασιλιά. Καλύτερα να είχα πάει να επισκεφτώ εκείνον».
Όλγα Σελλα
Καθημερινή, 15/04/2007
Read more...
Δευτέρα 3 Νοεμβρίου 2008
Ο Μ. Τρεμόπουλος για το οικολογικό κίνημα
Ο Μιχάλης Τρεμόπουλος, μέλος της Γραμματείας των Οικολόγων Πράσινων, στο περιθώριο του συνεδρίου του ΠΑΝΔΟΙΚΟ στις Σέρρες, μιλάει για το οικολογικό κίνημα (λήψη: ECOSOLON)
Δείτε και το 2ο μέρος:
Read more...
Κυριακή 2 Νοεμβρίου 2008
Θα μετατραπεί η χρηματοπιστωτική σε συστημική κρίση;
Το ανέκδοτο κυκλοφορεί στο διαδίκτυο:
Μια φορά και έναν καιρό σ΄ ένα χωριό, ένας άντρας ο Χάρης ανακοίνωσε στους χωρικούς ότι θα αγόραζε μαϊμούδες προς 10 δολάρια τη μία. Ξέροντας οι χωρικοί ότι υπήρχαν πολλές μαϊμούδες γύρω στο δάσος πήγαν και τις έπιασαν. Ο Χάρης αγόρασε χιλιάδες προς 10 δολάρια τη μία όπως είπε. Το εμπόρευμα όμως λιγόστευε και οι χωρικοί σταμάτησαν να κυνηγάνε μαϊμούδες.
Ο Χάρης ξαναανακοινώνει ότι θα αγόραζε μαϊμούδες για 20 δολάρια τη μία. Οι χωρικοί έτρεξαν και έπιασαν και άλλες μαϊμούδες. Σύντομα όμως οι μαϊμούδες λιγόστεψαν κι άλλο, οι χωρικοί επέστρεψαν στα κτήματά τους. Ο Χάρης ανακοινώνει πάλι ότι επειδή δεν υπάρχουν πλέον πολλές μαϊμούδες θα αγόραζε τη μία προς 25 δολάρια. Οι χωρικοί πιάνουν και τις λίγες που έμειναν.
Ο Χάρης τούς λέει καταλαβαίνω ότι δεν υπάρχουν πλέον παρά ελάχιστες μαϊμούδες γι' αυτό και εγώ θα σας δώσω 50 δολάρια τη μία. Αλλά επειδή πρέπει να φύγω για την πόλη για δουλειές θα αναλάβει την αγοροπωλησία ο βοηθός μου.
Ο βοηθός φωνάζει τους χωρικούς και τους λέει. Κοιτάξτε τι έκανε ο Χάρης. Γέμισε ένα στάβλο γεμάτο με μαϊμούδες, θα σας τις πουλήσω εγώ για 35 δολάρια τη μία και όταν γυρίσει ο Χάρης τού τις πουλάτε εσείς για 50 δολάρια τη μία. Οι χωρικοί στριμώχτηκαν μάζεψαν όλες τις οικονομίες τους και αγόρασαν όλες τις μαϊμούδες.
Δεν ξαναείδαν ποτέ ούτε τον βοηθό ούτε τον Χάρη.
Διαβάστε το υπόλοιπο άρθρο του Γ. Κολέμπα
Read more...
Δευτέρα 20 Οκτωβρίου 2008
Οι Οικολόγοι Πράσινοι σε σταυροδρόμι
Μετά από πρόσκληση του Πολιτικού Κέντρου Θεσσαλονίκης ο Μιχάλης Τρεμόπουλος έγραψε και δημοσίευσε στη σελίδα του Κέντρου το παρακάτω κείμενο:
Παρακολουθώ με ενδιαφέρον το διάλογο που αναπτύσσεται στο σοσιαλιστικό χώρο γα το νόημα και τις στοχεύσεις της σύγχρονης πολιτικής και μάλιστα από ένα τμήμα του που δεν έχει υποτάξει τα οράματά του για τον κοινωνικό μετασχηματισμό στις σειρήνες της εξουσίας και τις μη ομολογημένες σκοπιμότητες της κυρίαρχης πολιτικής. Εκτιμώ λοιπόν την πρόσκληση για συμμετοχή στο διάλογο αυτό, που μου δίνει την ευκαιρία να υποστηρίξω ότι μια σύγχρονη εναλλακτική πολιτική πρόταση θα πρέπει να έχει σαφές οικολογικό πρόσημο.
Λίγη οικολογική ιστορία
Πριν απ’ όλα, χρειάζεται να έχουμε μια ολοκληρωμένη εικόνα για την πορεία του οικολογικού κινήματος στη χώρα μας και διεθνώς, ώστε να μπορέσουμε να εκτιμήσουμε σωστά το σημείο στο οποίο σήμερα βρίσκεται.
Η πολιτική οικολογία στην Ελλάδα εμφανίζεται μετά το 1975 και αναπτύσσει αυτόνομη δράση εκτός της κεντρικής πολιτικής σκηνής. Μετά το 1982 πραγματοποιούμε μια σειρά προσπαθειών για το συντονισμό του κινήματος και το 1984 συμμετέχουμε στην πρώτη συγκρότηση των Ευρωπαίων Πράσινων. Το 1987 προχωρούμε στη συγκρότηση μιας Ομοσπονδίας Οικολογικών Εναλλακτικών Οργανώσεων, η οποία κάνει θεωρητικές επεξεργασίες, όμως λόγω της οριζόντιας δομής της αδυνατεί να ομοφωνήσει για συμμετοχή στις Ευρωεκλογές. Δημιουργούμε μια ανεξάρτητη ένωση πολιτών, που συμμετέχει ως λίστα Οικολόγων Εναλλακτικών στις Ευρωεκλογές του 1989 και μετά την καλή παρουσία της (1.12%) ενοποιείται με την Ομοσπονδία και εκλέγει την πρώτη Πράσινη βουλευτή (Νοέμβριος 1989), κάτι που το επαναλαμβάνει το 1990.
Η περίοδος του 1989-1991 ήταν μια περίοδος εφηβικού ενθουσιασμού αλλά και αναπόφευκτων λαθών, λόγω της έλλειψης πολιτικής κουλτούρας του οικολογικού χώρου και της διείσδυσης ετερόκλητων στοιχείων. Πολύ γενικά μπορούμε να πούμε ότι ήμασταν υπέρ το δέον ανοικτοί και δεν καταφέραμε να διαμορφώσουμε έγκαιρα ένα σαφές και αποτελεσματικό οργανωτικό πλαίσιο και ένα πράσινο πολιτικό πρόγραμμα. Η Ομοσπονδία των Οικολόγων Εναλλακτικών κλήθηκε να αντιμετωπίσει πολύ νωρίς στην πορεία της μια σειρά από σημαντικά θέματα, για τα οποία δεν είχε ξεκάθαρη ή κοινή θέση: τη στήριξη ή όχι της Οικουμενικής Κυβέρνησης του 1989-1990, την οργανωτική δομή της, τα λεγόμενα εθνικά θέματα κ.α. Παρ’ όλα αυτά η εμπειρία εκείνη άφησε στο κοινωνικό επίπεδο πολλά θετικά και κυρίως την περίοδο εκείνη ρίζωσαν πολλές περιβαλλοντικές οργανώσεις και άρχισε ο βαθύτερος και πιο ολοκληρωμένος προβληματισμός για τα οικολογικά θέματα. Πολλά από εκείνα τα στελέχη συμμετείχαν στην άνθηση των περιβαλλοντικών και κοινωνικών οργανώσεων της επόμενης δεκαετίας. Πολλές από τις σημαντικές οργανώσεις σήμερα ξεκίνησαν από άτομα που έπαιξαν σημαντικό ρόλο στην πρώτη φάση της πολιτικής ιστορίας των Πρασίνων στη χώρα μας. Πολιτικοί από άλλα κόμματα έχουν δηλώσει ότι οι Οικολόγοι έλεγαν σωστά πράγματα αλλά ήταν μπροστά από την εποχή τους.
Τα πολιτικά σχήματα που δημιουργήθηκαν μετά τη διάλυση της Ομοσπονδίας, με πιο μακρόβια την ‘Πράσινη Πολιτική’ (1996), δεν υπήρξαν ποτέ τόσο μαζικά όσο αυτή. Κάποιες οργανώσεις έδωσαν βάρος στη συμμετοχή στους αυτοδιοικητικούς θεσμούς και μάλιστα με επιτυχία, όπως στη Θεσσαλονίκη. Κάποιοι επέλεξαν να δράσουν πολιτικά μέσα από τον ΣΥΝ. Μετά τις βουλευτικές εκλογές του 2000 και την υπουργοποίηση γνωστού οικολογικού στελέχους, που μας έπεισε για πλήρη αποδιάρθρωση του χώρου, ιδρύσαμε το Οικολογικό Φόρουμ, ένας ‘χώρο’ επαφής και συζήτησης για την πολιτική Οικολογία. Το Δεκέμβριο 2003, το Φόρουμ συγκάλεσε στην Αθήνα μια συνδιάσκεψη για την ‘ανασυγκρότηση της πολιτικής οικολογίας στην Ελλάδα’, που κατέληξε στη δημιουργία του κόμματος των Οικολόγων Πράσινων.
Στο σήμερα
Τόσο η διαδικασία δημιουργίας όσο και η οργανωτική δομή των Οικολόγων Εναλλακτικών και των Οικολόγων Πράσινων παρουσιάζουν αρκετές ομοιότητες αλλά και ουσιαστικές διαφορές: πρώτον, οι Οικολόγοι Πράσινοι δεν δημιουργήθηκαν εκ των υστέρων για να διαχειριστούν, υπό την πίεση του χρόνου, μια εκλογική επιτυχία αλλά οργανώθηκαν σε βάθος χρόνου. Δεύτερον, τα μέλη είναι άτομα και όχι οργανώσεις. Η εμπειρία που αποχτήσαμε έχει αρχίσει σταδιακά να αποδίδει.
Οι 41.000 ψήφοι, που αποσπάσαμε στις ευρωεκλογές το 2004 (0,67%), χωρίς να αντιπροσώπευαν την πραγματική δυναμική του κινήματος, αφού δεν είχαμε καμία παρουσία στα ΜΜΕ, βοήθησαν καθοριστικά στη συσπείρωση του χώρου.
Υπόψη ότι το 3,4% των Ελλήνων, σύμφωνα με έρευνα της VPRC, τα τελευταία χρόνια δηλώνουν «Οικολόγοι». Με δεδομένο το ότι «κομμουνιστής» δηλώνει μόνο το 3% αλλά το ΚΚΕ παίρνει ποσοστά πολλαπλάσια, τα περιθώρια είναι μεγάλα. Έτσι, το 1,05% που λάβαμε στις περσινές εθνικές εκλογές, πρώτοι από τα κόμματα που δεν εξέλεξαν βουλευτή και πάνω από τον πολυδιαφημισμένο με κρατικό χρήμα Παπαθεμελή, αποτέλεσε μια νέα βάση για ανάπτυξη.
Το περσινό εκλογικό αποτέλεσμα, βέβαια, θα μπορούσε να αποσπάσει μεγαλύτερο μέρος της ψήφου διαμαρτυρίας, μια τάση που κατέγραφαν και οι δημοσκοπήσεις. Πολλοί την τελευταία βδομάδα, όμως, υιοθέτησαν τη διαδεδομένη δια της τηλοψίας άποψη ότι η ψήφος σε κόμμα που δε βγάζει βουλευτές, πηγαίνει «δια της τεθλασμένης» στο πρώτο κόμμα και έτσι στράφηκαν στα δυο σχήματα της Αριστεράς, στην αποχή και στο άκυρο-λευκό, παρά τη συμπάθεια που έτρεφαν προς τους Οικολόγους Πράσινους.
Όμως οι Οικολόγοι Πράσινοι πέτυχαν, επιπλέον, να αποκτήσουν ευρύτερη ακτινοβολία και να καθιερωθούν ως αξιόπιστος πολιτικός φορέας, με πρόγραμμα, στελέχη και απόψεις για όλα τα ζητήματα. Ο στόχος της συγκρότησης του φορέα σε μια ζώσα οργάνωση με πανελλαδική δικτύωση έχει αρκετά επιτευχθεί και μάλιστα σε πολύ δύσκολες συνθήκες, με πενιχρά οικονομικά δεδομένα και ελλιπή έως ανύπαρκτη παρουσίαση στα ΜΜΕ. Θετικό είναι και το ότι ξεκαθάρισε το τοπίο με τα διάφορα προσωποπαγή σχήματα που εκθέτουν την οικολογία. Πριν την προεκλογική μας εκστρατεία, το Μάρτιο του 2007, είχαμε υιοθετήσει ένα συνολικό πρόγραμμα αλλαγών για την ελληνική κοινωνία, κάτι που δεν έκαναν τα αριστερά κόμματα.
Το 3,5% που έδωσε στους Οικολόγους Πράσινους η έρευνα του Ιουλίου 2008 της VPRC, κάτι που εξασφαλίζει την είσοδό μας στη Βουλή, προφανώς αντανακλά την αποδέσμευση σημαντικού αριθμού πολιτών που αναζητούν εναλλακτικές λύσεις στο δικομματισμό. Στην ελληνική κοινωνία έχουν γίνει βαθιές αλλαγές σε επίπεδο αξιών και ένα σημαντικό κομμάτι της κοινωνίας –κυρίως νέοι- στρέφεται συνειδητά προς πιο οικολογικές, δημοκρατικές και κοινωνικά υπεύθυνες επιλογές, τόσο στην πολιτική όσο και στην καθημερινή ζωή τους.
Η στροφή αυτή έχει ήδη καταγραφεί και στις δημοτικές και νομαρχιακές εκλογές του 2006, με την ενίσχυση ανεξάρτητων σχημάτων με σαφές οικολογικό και κοινωνικό προφίλ. Στη Θεσσαλονίκη π.χ. με 4,6% εκλέξαμε δύο νομαρχιακούς συμβούλους. Οι αναλύσεις έδειξαν ότι ένα δυναμικό κομμάτι της κοινωνίας (κυρίως νέοι ψηφοφόροι, πολλοί που είχαν ψηφίσει το 2004 ΝΔ και άτομα με αντι-πολιτική στάση) στρέφεται προς τις πράσινες πολιτικές προτάσεις.
Μετά τις εθνικές εκλογές οι Οικολόγοι Πράσινοι είναι ένα κόμμα που αναπτύσσεται κοινωνικά και πολιτικά σε όλη την περιφέρεια, σε αυτό εντάσσονται ενεργοί πολίτες, δραστήριοι στην κοινωνία των πολιτών, που αγωνίζονται για την προστασία του περιβάλλοντος, τη συμμετοχική δημοκρατία και το διάλογο, τη διασφάλιση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, τη στροφή σε πιο πράσινες και κοινωνικά υπεύθυνες οικονομικές δραστηριότητες, τη μείωση του χάσματος μεταξύ αυτών που σπαταλούν άκριτα και αυτών που δεν έχουν πώς να επιβιώσουν.
Βέβαια, στη Νότια Ευρώπη είχαμε και μια πιο δυνατή Αριστερά ενώ στη Βόρεια Ευρώπη οι Πράσινοι είναι και πιο οργανωμένοι και εκεί ο πολίτης δεν περιμένει να γίνει κάτι μόνο από το κράτος αλλά αναλαμβάνει και πρωτοβουλίες. Ήδη όμως η κοινωνική συνείδηση και η πολιτική εικόνα στην Ελλάδα αλλάζει.
Το διεθνές κίνημα
Από τη δεκαετία του ’70, που άρχισαν να κάνουν εμφανή την παρουσία τους τα οικολογικά κινήματα, συνεχώς καταγγέλλουν τα συμφέροντα, την υποβάθμιση της ζωής και της φύσης, την περιστολή των ανθρώπινων δικαιωμάτων, το μιλιταρισμό, τον καταναλωτισμό, την κερδοσκοπία, την πείνα κ.α. Όλα αυτά τα χρόνια η οικολογική κριτική δυστυχώς έχει επιβεβαιωθεί σε όλες τις «προφητείες» της. Άλλο θέμα είναι το ότι συνηθίζουμε στην επιδείνωση όλων των δεικτών και δεν εξεγειρόμαστε.
Σίγουρα, κάποιοι απαντούν με κυνισμό ότι «δεν καταστράφηκε και ο κόσμος βρε αδερφέ!». Φαντάζεται όμως κανείς πώς θα ήταν ο κόσμος χωρίς την αντίσταση των πολιτών, μέσα και έξω από τους θεσμούς, χωρίς τις νίκες ακόμη και σε δικαστικές μάχες, χωρίς την αλλαγή της συνείδησης των ανθρώπων;
«Η σκληρή κριτική μας στον κόσμο που ζούμε είναι γιατί είμαστε ερωτευμένοι με τη ζωή και θέλουμε να ζήσουμε σ’ έναν κόσμο πιο όμορφο», λένε οι οικολόγοι και δεν περιμένουν να καταρρεύσει το σύστημα για να εφαρμόσουν τις προτάσεις τους. «Φτιάχνουμε τους καιρούς που ζούμε και παλεύουμε ‘να σώσουμε οτιδήποτε κι αν σώζεται’». Πράσινα κόμματα έχουν πλέον παρουσία και επιτυχίες σε όλες τις ηπείρους και συνεχίζουν να επεκτείνονται σε «άγονες» μέχρι τώρα χώρες. Πολλοί αγνοούν π.χ. ότι στην Ταϊβάν οι Πράσινοι μπόρεσαν να σταματήσουν το πυρηνικό πρόγραμμα της χώρας τους ή ότι στη Βραζιλία έχουν 6 βουλευτές στην Ομοσπονδιακή Βουλή και έναν υπουργό στην κυβέρνηση Λούλα.
Εντυπωσιακές επιτυχίες έχουν οι Πράσινοι και ως δημοτική διαχείριση σε πόλεις μεσαίου κυρίως μεγέθους:
• Στο Ελσίνκι η συμμετοχή των αστικών συγκοινωνιών στις μετακινήσεις των πολιτών αυξήθηκε σε λίγα χρόνια από 30 σε 70%.
• Το γερμανικό Φράιμπουργκ θεωρείται η ανεπίσημη οικολογική πρωτεύουσα της Ευρώπης και είναι αυτή τη στιγμή η πιο περιζήτητη πόλη για αδελφοποίηση.
• Η Φρανκφούρτη αναδείχθηκε τη δεκαετία του ’90 σε πρότυπο πολυπολιτισμικότητας.
• Ήδη εμφανίζονται και τα πρώτα πειράματα «πόλεων χωρίς σκουπίδια».
Η έμφαση αυτή στην τοπική και θεματική δράση λειτουργεί και ως συνεκτικός ιστός των διαφορετικών τάσεων, από οικοαναρχικούς μέχρι τεχνοκράτες. Δεν περιμένουμε κάποια εξέγερση των μαζών για να αλλάξουμε τη ζωή μας, όπως δεν περιμένουμε να χιονίσει για να δούμε …άσπρη μέρα. Η εξουσία δεν εξαφανίζεται με …κατάρες ή επαναστατική γυμναστική. Το οικολογικό κίνημα έχει αποδείξει ότι μπορεί να επιβάλλει κρίσιμες αλλαγές και δομικές μεταρρυθμίσεις: σαφές χρονοδιάγραμμα κατάργησης των πυρηνικών εργοστασίων, στήριξη συνεταιρισμών παραγωγών-καταναλωτών, διασύνδεση της αγροτικής πολιτικής με τη διατροφική ασφάλεια και την προστασία των καταναλωτών, ισότιμη ένταξη των μεταναστών στην κοινωνία, δημόσια χρηματοδότηση για ανακαινίσεις κατειλημμένων κτιρίων κ.α.
Σήμερα πια έχει αναδυθεί μια παγκόσμια Κοινωνία των Πολιτών, που δεν περιμένει τα πάντα από τις κυβερνήσεις. Πέρα από την απλή διεκδίκηση ή την επεξεργασία προτάσεων, πέρα από τη συμμετοχή σε Μη Κυβερνητικές Οργανώσεις ή κινήματα πολιτών, εκατομμύρια άνθρωποι σε όλο τον κόσμο στηρίζουν με τις καθημερινές τους επιλογές εναλλακτικές προσπάθειες σε τομείς που ξεκινούν από δίκτυα «Δίκαιου Εμπορίου» με κοινότητες του Τρίτου Κόσμου και φθάνουν μέχρι τη βιολογική γεωργία, την ήπια ενέργεια και την υπεύθυνη διαχείριση των αποταμιεύσεών τους.
Κοινή είναι η πεποίθηση ότι ο «άλλος κόσμος», που «είναι εφικτός», δεν θα έρθει ποτέ, αν δεν αρχίσουμε να τον δημιουργούμε εμείς από σήμερα. Το ίδιο ευρύ ρεύμα αποτέλεσε τον κορμό του μεγάλου διεθνούς κινήματος αμφισβήτησης, που ξεκίνησε από το Σηάτλ με το σύνθημα ότι «οι άνθρωποι είναι πάνω από τα κέρδη» αλλά και των κινητοποιήσεων κατά της εισβολής στο Ιράκ, που ανέδειξαν την παγκόσμια κοινή γνώμη σε «δεύτερη υπερδύναμη».
Τα τελευταία χρόνια οι ριζοσπαστικές τάσεις γνωρίζουν μια νέα άνθηση στο εσωτερικό των Πράσινων. Το κίνημα του Σηάτλ ενίσχυσε την αίγλη των Αγγλοσαξόνων (Η.Π.Α., Βρετανία, Αυστραλία), που δεν είχαν ποτέ συμμετοχή σε κυβερνήσεις. Οι Ιρλανδοί Πράσινοι στήριξαν την επιτυχία του ΟΧΙ στο δημοψήφισμα για τη συνθήκη της Νίκαιας, οι Αυστριακοί προτίμησαν να θυσιάσουν τη συμμετοχή τους στην κυβέρνηση παρά να συναινέσουν σε μια νεοφιλελεύθερη ασφαλιστική μεταρρύθμιση κ.α. Εκτιμούμε κάθε κινηματική ή ακτιβίστικη ενέργεια αλλά δεν υποστηρίζουμε αυτές που θέτουν σε κίνδυνο ανθρώπινες ζωές ή προσεγγίζουν τη φύση με μυστικιστική διάθεση.
Σε ποιους τομείς διαφοροποιούμαστε από τις παραδοσιακές πολιτικές δυνάμεις
Η ποιότητα ζωής και η κοινωνική αλληλεγγύη είναι οι δύο πυλώνες της πολιτικής μας. Το κλίμα του πλανήτη ανατρέπεται, η παγκόσμια βιοποικιλότητα και τα δάση συρρικνώνονται, ο έλεγχος του πετρελαίου και του νερού πυροδοτούν νέες συγκρούσεις, τα μεταλλαγμένα εισβάλλουν. Και ενώ στον αναπτυγμένο κόσμο τα ινστιτούτα αδυνατίσματος θριαμβεύουν, τα δύο τρίτα του παγκόσμιου πληθυσμού πρέπει να επιβιώνουν με ελάχιστα ευρώ κάθε μέρα. Την ίδια στιγμή ο κόσμος οδηγείται σε μεγαλύτερη ανασφάλεια και παράλογες συγκρούσεις, τρόμο, ξενοφοβία και αποξένωση. Η Οικολογία δεν ταυτίζεται μόνο με περιβαλλοντικά θέματα, τα οποία βέβαια μας απασχολούν αλλά είναι μια αφετηρία για μια συνολική κοινωνική κριτική. Υπάρχουν ζητήματα που επιζητούν επειγόντως λύσεις: η περιστολή των ανθρώπινων δικαιωμάτων, ο μιλιταρισμός, ο καταναλωτισμός, η κερδοσκοπία, η πείνα κ.α. Είμαστε υπέρ της παγκόσμιας ειρήνης και μέσα από το προσωπικό παράδειγμα, π.χ. υπερασπιζόμενοι τους αντιρρησίες. Είμαστε ενάντια στον εθνικισμό και ψάχνουμε να βρούμε φίλους στην άλλη πλευρά των συνόρων. Υποστηρίζουμε την ενσωμάτωση των μεταναστών, γιατί είναι άνθρωποι με προβλήματα, που διεκδικούν από τον ανεπτυγμένο κόσμο ένα κομμάτι του πλούτου που συσσωρεύτηκε με την εκμετάλλευση του Τρίτου κόσμου. Υποστηρίζουμε τα δικαιώματα των μειονοτήτων, ανεξάρτητα από καταγωγή, γλώσσα, θρησκεία, φύλο, σεξουαλική επιλογή. Αρνούμαστε την κυριαρχία του άντρα πάνω στη γυναίκα, δεχόμαστε την αποποινικοποίηση της χρήσης ουσιών, ταυτόχρονα με την άρνηση κάθε είδους εξάρτησης.
Σε τι διαφοροποιούμαστε σε σχέση με την Αριστερά
Η Αριστερά δίνει περισσότερο έμφαση στην αντίθεση κεφαλαίου-εργασίας ενώ εμείς δεχόμαστε ότι υπάρχει αντίθεση ανθρώπου-φύσης αλλά και άνδρα-γυναίκας, παλιάς-νέας γενιάς, πόλης-υπαίθρου κ.α. Οι μπολσεβίκοι στόχευαν στο ξεσήκωμα των μαζών, αποζητούσαν την όξυνση της ταξικής πάλης, η οποία θα έφερνε και την κατάρρευση του συστήματος. Η Οικολογία είναι ένα εργαλείο ανάλυσης και κριτικής, που επεκτείνεται στην κριτική του τρόπου ζωής, παραγωγής και κατανάλωσης και αντιπροτείνει ένα νέο μοντέλο κοινωνίας, απελευθερωμένο απ’ τις εντάσεις, που σήμερα υποδουλώνουν τον άνθρωπο. Η αδυναμία της Αριστεράς να προσφέρει στο οικολογικό κίνημα κάτι παραπάνω από στοιχειώδη στήριξη, επιβάλει την ανάγκη για αυτόνομο πολιτικό πόλο. Χώρο για την οικολογία προσφέρει και το διεθνές κίνημα αμφισβήτησης, που ξεκίνησε το 1999 από το Σηάτλ, με πασιφανείς πράσινες συνιστώσες. Στην εποχή της γενικευμένης σύγχυσης, του θρυμματισμού των αξιών και των ιδεολογιών, της υποτίμησης της κοινής δράσης των ανθρώπων, οφείλουμε να προτάξουμε ένα νέο ουτοπικό όραμα.
Μπορεί κάποιος τρεφόμενος υγιεινά και διαλογιζόμενος να αλλάξει την πορεία του κόσμου;
Πιστεύουμε στην ανάγκη υιοθέτησης ενός εναλλακτικού τρόπου ζωής εδώ και τώρα. Ο «άλλος κόσμος» δεν θα έρθει ποτέ, αν δεν αρχίσουμε να τον δημιουργούμε εμείς από σήμερα. Οι εναλλακτικές τεχνικές και θεραπείες συμβάλλουν στην αυτοβελτίωσή μας αλλά το κίνημα έχει δείξει ότι μπορεί να επιβάλλει και κρίσιμες αλλαγές και δομικές μεταρρυθμίσεις: χρονοδιάγραμμα κατάργησης των πυρηνικών εργοστασίων, στήριξη συνεταιρισμών παραγωγών-καταναλωτών, διασύνδεση της αγροτικής πολιτικής με τη διατροφική ασφάλεια, ισότιμη ένταξη των μεταναστών στην κοινωνία, δημόσια χρηματοδότηση για ανακαινίσεις κατειλημμένων κτιρίων, πόλεις χωρίς σκουπίδια κ.α.
Ποια οικολογία;
Έχουμε αναλύσει έγκαιρα ότι δεν αρκεί να επιτίθεται κανείς λαύρος στην αυταρχική και δογματική παράδοση της Αριστεράς ή στο μπαμπούλα της Δεξιάς, επισείοντας τη σημαία της Οικολογίας, για να θεωρηθεί «οικολόγος». Χρειάζεται να ξεκαθαρίσεις τι εννοεί ως «αριστερά» σήμερα, πόσο έχει ξεκόψει από τις αρνητικές προσεγγίσεις και πρακτικές του κομμουνιστικού κινήματος, πόσο συνδέει μια νέα συνείδηση των σχέσεων ανθρώπου-φύσης με τις κατακτήσεις των κινημάτων την κοινωνικής χειραφέτησης, πόσο χρησιμοποιεί την Οικολογία ως σημαία ευκαιρίας, πόσο έχει μετασχηματίσει την οικολογική κριτική σε τρόπο ζωής και συμπεριφοράς, πόσο κατανοεί το μέγεθος της οικολογικής κρίσης, πόσο αμφισβητεί τις υπάρχουσες σχέσεις εξουσίας, πόσο συνδέει την περιβαλλοντική καταστροφή με τον τρόπο παραγωγής και κατανάλωσης, πόσο προτιμά τη δουλειά του μυρμηγκιού απ’ το θόρυβο του άδειου τενεκέ, πόσο προωθεί το κίνημα σε σχέση με την προσωπική του ανέλιξη, πόσο έλκεται από τα παιχνίδια της κεντρικής πολιτικής σκηνής, πόσο αναπτύσσει την τοπική και εντοπισμένη θεματικά δράση.
Σήμερα, 35 χρόνια μετά την εισαγωγή της έννοιας της «Οικολογίας» στη χώρα μας, είναι λοιπόν σαφές ότι δεν αρκεί να δηλώνεις «οικολόγος», όπως δεν αρκεί να δηλώνεις και «αριστερός». Κανένα πρόβλημα δεν λύνουν οι επιθετικοί προσδιορισμοί, μια και μένουν μετέωρα μια σειρά σοβαρά ερωτήματα.
Η καταστροφή του πλανήτη και η γενικευμένη απειλή του θανάτου επικρέμεται πάνω μας όχι μόνο λόγω του πυρηνικού οπλοστασίου -που ήδη «αποκεντρώθηκε» περιφερειακά- αλλά και από τη μετάλλαξη της ζωής, το φαινόμενο του θερμοκηπίου, την τρύπα του όζοντος, την αποδάσωση, την ερημοποίηση, τη ρύπανση, την πείνα, την ίδια τη σεξουαλική επαφή, την έξαρση των εθνικισμών, τη συντριβή του ψυχισμού και της αλληλεγγύης των ανθρώπων.
Όμως από το «πρασίνισμα» των νεοφιλελεύθερων πολιτικών μέχρι την κοινωνική οικολογία, τα προβλήματα φαίνεται να επιδέχονται περισσότερες από μία «λύσεις». Όμως για να διαπιστώσεις την ποιότητά τους και να τις υποστηρίξεις δεν έχεις να επιλέξεις μόνο μεταξύ Αριστεράς και Δεξιάς, οικολόγων και περιβαλλοντιστών, ριζοσπαστών και εκσυγχρονιστών, οπαδών του συλλογικού σχεδιασμού και της ελεύθερης αγοράς, του καλού και του κακού.
Σήμερα, έχεις να διαλέξεις και ανάμεσα στην αυτονομία και τον συγκεντρωτισμό, τον αυτοκαθορισμό και τον ετεροκαθορισμό, το συλλογικό και το μαζικό, τη δημοκρατία και τον αυταρχισμό, το μικρό και το μεγάλο, την αποκέντρωση και τη γραφειοκρατία, την αποδοχή της διαφοράς και την ομογενοποίηση, την πολυδιάσταση και την εξειδίκευση, την αυτόνομη δημιουργία και την τυποποίηση, την εναλλακτική τεχνολογία και τον τεχνοκρατισμό, την αποστρατικοποίηση και το μιλιταρισμό, τη συνεννόηση και τον εθνικισμό.
Σήμερα, όποιος αρνείται τη λατρεία της παραγωγής, την αρχή της ατέλειωτης προόδου, την ανάπτυξη που σκοτώνει, την κυριαρχία στη φύση, την κατευθυνόμενη κατανάλωση, τη λεηλασία της γης, την απολυταρχία της αγοράς και την κοινωνία του κέρδους, την πυρηνική απειλή, τον εκφασισμό της κοινωνικής ζωής, την κυριαρχία των ειδικών, το κουρέλιασμα των ανθρώπινων συνειδήσεων, δεν μπορεί παρά να είναι αντίθετος στην μεγιστοποίηση, τη συγκέντρωση, τον επιστημονισμό, την τεχνοκρατία, τον καταναλωτισμό, το μιλιταρισμό, τον κρατισμό, την κυριαρχία.
Σήμερα οι λύσεις δεν μπορεί να είναι απλά σοσιαλιστικές ή οικολογικές. Πρέπει να συνδυάζουν την αγωνία «να σώσουμε λίγο απ΄ το αύριο που μας κλέβουν», με την αμφισβήτηση των ίδιων των κοινωνικών, πολιτικών, οικονομικών, πολιτισμικών αιτίων, που δημιουργούν και αναπαράγουν την απειλή καθολικής κατάρρευσης. Πρέπει να αναγνωρίζουν την αναγκαιότητα του επαναπροσδιορισμού των αναγκών μας και του τρόπου ζωής μας, παράλληλα με την προώθηση ριζικών, δομικών αλλαγών στους κοινωνικούς και πολιτικούς θεσμούς. Πρέπει να αμφισβητούν έμπρακτα την κυριαρχία του ανθρώπου πάνω σε άνθρωπο σε άνθρωπο, του διευθυντή πάνω στο διευθυνόμενο, του εργοδότη πάνω στον εργαζόμενο, του άνδρα πάνω στη γυναίκα, των αναπτυγμένων χωρών πάνω στις υπανάπτυκτες, της πλειοψηφίας πάνω στις μειοψηφίες, των κρατών πάνω στις μειονότητες, της «κανονικότητας» πάνω στις ιδιαιτερότητες, του φυσιολογικού πάνω στο «αποκλίνον».
Αυτή είναι η δική μας οικολογία.
Δε στηριζόμαστε στις δημοσκοπήσεις
Υπάρχουν τελευταία πολλές καλές δημοσκοπήσεις που μας ανεβάζουν μέχρι το 4,1%. Προφανώς μια δημοσκόπηση είναι προβολή μιας υπαρκτής τάσης και φωτογραφίζει τη στιγμή. Αντανακλά, όμως, μια υπαρκτή αποδέσμευση πολιτών που αναζητούν εναλλακτικές λύσεις.
Στην ελληνική κοινωνία έχουν γίνει βαθιές αλλαγές σε επίπεδο αξιών και ένα σημαντικό κομμάτι της κοινωνίας –ιδιαίτερα νέοι άνθρωποι και γυναίκες– στρέφονται συνειδητά προς πιο οικολογικές, δημοκρατικές και κοινωνικά υπεύθυνες επιλογές, τόσο στην πολιτική όσο και στην καθημερινή ζωή τους. Αυτές οι νέες κοινωνικές δυνάμεις –που ξεπερνούν, φυσικά, το 3,5%- δεν εκπροσωπούνται από τα άλλα κόμματα και στρέφονται προς τους Οικολόγους Πράσινους.
Ας μην ξεχνάμε ότι η στροφή αυτή έχει ήδη καταγραφεί και εκλογικά στις δημοτικές και νομαρχιακές εκλογές. Εκτός από το ποσοστό μας 4,6% στη Θεσσαλονίκη, παραπλήσια χαρακτηριστικά είχαν και άλλα δημοτικά και νομαρχιακά σχήματα που κατέβηκαν ανεξάρτητα από τα κόμματα και είχαν ένα σαφές οικολογικό και κοινωνικό προφίλ.
Χρειάζεται, βέβαια, να πείσουμε ότι ως κόμμα μπορούμε να εκπροσωπήσουμε αυτές τις αξίες και πολιτικές με σοβαρό και αξιόπιστο τρόπο, ότι δεν θα απογοητεύσουμε τους πολίτες που μας εμπιστεύονται.
Γιατί ένας πολίτης να επιλέξει Οικολόγους Πράσινους;
Δεν αρκεί ένας πολίτης να απορρίψει τα δύο κόμματα που έχουν ασκήσει εναλλάξ την εξουσία και από αντίδραση να ψηφίσει ένα μικρό, που απλά δεν του δόθηκε η ευκαιρία να αποδείξει ότι ίσως να είναι χειρότερο από τα δύο μεγάλα. Χρειάζεται να αναζητήσει όχι μόνο διαφορετικό περιεχόμενο στην κεντρική πολιτική σκηνή αλλά και νέο μοντέλο πολιτικής δράσης.
Εμείς επιδιώκουμε όχι μόνο την πολιτική και εκλογική ενίσχυση των Οικολόγων Πράσινων αλλά και την ενδυνάμωση της κοινωνίας των πολιτών, την ανάληψη μεγαλύτερου και ουσιαστικότερου ρόλου στη διαμόρφωση και εφαρμογή των πολιτικών. Θεωρούμε ότι χωρίς ενδυνάμωση της κοινωνίας των πολιτών δεν μπορούν να προχωρήσουν οι βαθιές αλλαγές που είναι απαραίτητες σήμερα, και αυτό θέλουμε να εκφραστεί και σε θεσμικό αλλά και σε καθημερινό επίπεδο, στην πολιτική κουλτούρα αλλά και στο μοντέλο διακυβέρνησης.
Να ένα απλό παράδειγμα σε πόσα μπορεί να διαφέρουμε από τα άλλα κόμματα: Τα κόμματα σήμερα αξιοποιούν την κρατική χρηματοδότηση (που για ένα μικρό κόμμα φτάνει και τα 3,5 εκατομμύρια Ευρώ), και άλλες ρυθμίσεις (αποσπάσεις από το δημόσιο, διευκολύνσεις και) για να αναπτύξουν μια υπερβολική και εσωστρεφή κομματική γραφειοκρατία, με δικά της συμφέροντα. Εμείς δεν πρόκειται να επιδιώξουμε τη δημιουργία μιας τέτοιας εσωστρεφούς και αυτό-αναπαραγόμενης γραφειοκρατίας, πέρα από τα στελέχη που θα είναι αναγκαία για την πολιτική δουλειά που πρέπει να γίνει εντός και εκτός Βουλής. Έχουμε αποφασίσει ότι μέρος των χρημάτων της κρατικής χρηματοδότησης αλλά και του μισθού των βουλευτών θα διατεθεί, αντί για τη συντήρηση κομματικής γραφειοκρατίας, στην ανάπτυξη της κοινωνίας των πολιτών και την οργάνωση περιβαλλοντικών και κοινωνικών δράσεων με διαφανή τρόπο. Είμαστε διατεθειμένοι να δημιουργήσουμε όχι μόνο ένα Πράσινο Ίδρυμα για την Προώθηση των Πολιτικών για το Περιβάλλον και την Κοινωνική Αλληλεγγύη αλλά και ένα Ταμείο Περιβαλλοντικής και Κοινωνικής Αλληλεγγύης, που θα υποστηρίζει κάθε χρόνο με 500.000 Ευρώ περιβαλλοντικά και κοινωνικά προγράμματα, που θα μπορούν να υλοποιήσουν με αποτελεσματικό και διαφανή τρόπο οργανώσεις και πρωτοβουλίες της κοινωνίας των πολιτών.
Αλλάζουμε τη ζωή μας, αλλάζουμε την πολιτική
Πρόσωπο με πρόσωπο, λέμε στους πολίτες: Αν πιστεύεις ότι κάποιο άλλο πολιτικό κόμμα έχει ως προτεραιότητα την επίλυση των πολύ σοβαρών και αλληλένδετων οικονομικών, κοινωνικών και περιβαλλοντικών προβλημάτων τότε ψήφισέ το. Αν, όμως, πιστεύεις ότι τώρα ήρθε η ώρα να υπάρξει αφενός πολιτικό κόστος για όλους αυτούς που συνέβαλαν στην καταστροφή και από την άλλη να προωθηθούν εδώ και τώρα, χωρίς στενή κομματική εκμετάλλευση, λύσεις για τα περιβαλλοντικά, κοινωνικά και οικονομικά προβλήματα με συνεκτικό τρόπο, ίσως πρέπει να στηρίξεις τους Οικολόγους Πράσινους. Η παρουσία τους στη Βουλή και η συνεργασία με τις περιβαλλοντικές και κοινωνικές οργανώσεις στα κοινά θέματα θα ταράξουν τα νερά και κανείς δεν θα μπορεί να αγνοήσει τη δύναμη χιλιάδων ευαισθητοποιημένων πολιτών. Η προσωπική δέσμευση όταν συναντήσει τη δέσμευση και εκατοντάδων χιλιάδων άλλων ανθρώπων θα γίνει δύναμη αλλαγής. Η οργή και η αγανάκτηση έχουν φουντώσει, δώσε όμως θετική διέξοδο, πάρε και εσύ μέρος στην αλλαγή των πολιτικών και την προώθηση προτάσεων για την αντιμετώπιση της οικολογικής κρίσης.
Μήπως η ψήφος στους Πράσινους Οικολόγους είναι περισσότερο ψήφος διαμαρτυρίας;
Είναι λάθος να μπερδεύουμε τη διαμαρτυρία με την έλλειψη προτάσεων. Παρουσιάσαμε ένα πρόγραμμα δεκάδων σελίδων στις τελευταίες εκλογές και προβάλλουμε εναλλακτικές λύσεις σχεδόν σε κάθε παρέμβασή μας. Ανοιγόμαστε και σε θέματα πέρα από το περιβάλλον, όπως με το ασφαλιστικό, όπου τον περασμένο Δεκέμβριο καταθέσαμε μια αναλυτική εναλλακτική πρόταση. Αρκετές από τις προτάσεις αυτές θα μπορούσαν να είναι άμεσα «υιοθετήσιμες», αν υπήρχε η ανάλογη πολιτική βούληση.
Γίνεται φανερό σε ολοένα και περισσότερους πολίτες πως είναι καιρός η ελληνική Βουλή να αποκτήσει μια κοινοβουλευτική ομάδα Οικολόγων Πρασίνων ώστε να προωθηθούν οι αναγκαίες αλλαγές στην οικονομική, περιβαλλοντική και κοινωνική πολιτική, για να βελτιωθεί η ζωή των πολιτών. Η βαθιά οικονομική, περιβαλλοντική και κοινωνική κρίση που ζούμε σήμερα έχει δομικό χαρακτήρα και χρειάζεται τολμηρές πράσινες-οικολογικές λύσεις.
Οι Οικολόγοι Πράσινοι που τοποθετούνται, σχηματικά, στο πολιτικό φάσμα;
Σε όλη την Ευρώπη, τα Πράσινα κόμματα αποτελούν έναν 4ο διακριτό πολιτικό πόλο, πέρα από τη Δεξιά, τη Σοσιαλδημοκρατία και την Αριστερά. Αναγνωρίζουμε την πολιτική μας καταγωγή από τον χώρο της πολιτικής αμφισβήτησης που προέκυψε από τα κινήματα της νεολαίας κατά τη δεκαετία του 1960 και από την κριτική (και αυτοκριτική) αριστερά και μας ενώνει με αυτήν η επιθυμία για κοινωνική δικαιοσύνη και κοινωνική αλλαγή. Είμαστε όμως διαφορετική πολιτική παράταξη με διαφορετικές προτεραιότητες και στόχους. Ταυτόχρονα, σε ζητήματα δικαιωμάτων και ελευθεριών συντασσόμαστε με φιλελεύθερους κοινωνικούς χώρους που βρίσκονται πιο μπροστά από την Αριστερά.
Πιστεύουμε πως μια γραμμική διάκριση Αριστεράς-Δεξιάς (κι επομένως ένας υποτιθέμενος «μεσαίος χώρος») δεν μπορεί να ερμηνεύει πλέον ικανοποιητικά τις πολιτικές αντιπαραθέσεις και τα ζητήματα του 21ου αιώνα, του αιώνα της οικολογίας. Παρόλα αυτά:
-Δεν ανήκουμε στη συντήρηση. Είναι βέβαιο ότι οι αλλαγές που πιστεύουμε ότι είναι απαραίτητες για να αντιμετωπίσει η ανθρωπότητα την πρωτοφανή οικολογική κρίση θα πρέπει να είναι εκτεταμένες και ριζοσπαστικές. Τα διογκωμένα περιβαλλοντικά και κοινωνικά προβλήματα δεν είναι δυνατό να αντιμετωπιστούν με παλιά εργαλεία και νοοτροπίες. Ωστόσο, διαθέτουμε και κάποιες… συντηρητικές όψεις: θέλουμε να συντηρήσουμε την πολιτιστική κληρονομιά (π.χ. την παραδοσιακή αρχιτεκτονική, που τυχαίνει να διαθέτει και πολλά βιοκλιματικά στοιχεία), τις ποικίλες πολιτιστικές ταυτότητες (περιλαμβανομένων και των κοινοτήτων των μεταναστών και των μειονοτήτων) και βέβαια να προστατέψουμε τη μοναδική φύση αυτής της χώρας με τις ανθρώπινες κοινότητές της σε αρμονική συμβίωση και όχι σε αντιπαλότητα.
-Δεν είμαστε νεοφιλελεύθεροι. Είναι βέβαιο ότι ο πολιτικός οικολογικός λόγος που θέλουμε να εκφράσουμε διακρίνεται από το νεοφιλελεύθερο μοντέλο. Θεωρούμε ότι ο οικονομικός φιλελευθερισμός σε τελική ανάλυση ενέχει αντιφάσεις που τον φέρνουν σε αντίθεση με άλλες πολιτικές και κοινωνικές ελευθερίες και γενικότερα με τον κοινωνικό φιλελευθερισμό. Μια ασύδοτη «ελεύθερη» αγορά, με την αλληλένδετη ιδεολογία της αέναης οικονομικής μεγέθυνσης, οδηγεί μέσω του άγριου ανταγωνισμού, στην ανάπτυξη ολιγοπωλίων, στην ασυδοσία του μεγάλου κεφαλαίου και στην ανάπτυξη «διαπλεκόμενων συμφερόντων» και διαφθοράς που οδηγούν με μαθηματική ακρίβεια σε μια ολιγαρχική τυραννία οργουελικών διαστάσεων. Πρόκειται για μια εικόνα που διαμορφώνεται και στη χώρα μας, υπό τις ευλογίες της κυβερνητικής παράταξης, η οποία ίσως αποτελεί και μια από τις χειρότερες κυβερνήσεις της χώρας τις τελευταίες δεκαετίες. Εμείς είμαστε υπέρ της κοινωνικής και αλληλέγγυας οικονομίας.
-Πιστεύουμε στην προοδευτική πολιτική. Στόχος μας η αποδυνάμωση (και με νομοθετικά μέσα) των μεγάλων και πολυεθνικών επιχειρήσεων (που λειτουργούν και σαν μικρές δικτατορίες) και η ενδυνάμωση, αυτοοργάνωση και δικτύωση των μικρών παραγωγών, σε μια οικονομία αποκεντρωμένη και τοπικής κλίμακας, που να σέβεται τα τοπικά φυσικά χαρακτηριστικά (γονιμότητα εδάφους, διαθεσιμότητα νερού και φυσικών πόρων, μη-οικονομικές περιβαλλοντικές παροχές) και να ελέγχεται από τις δημοκρατικές διαδικασίες των ώριμων και υπεύθυνων τοπικών κοινωνιών. Γενικότερα πιστεύουμε ότι το δημοκρατικό μας σύστημα χρήζει αναμόρφωσης και εμβάθυνσης, καθώς πολλές πλευρές του δεν είναι και τόσο… δημοκρατικές. Εμείς παίρνουμε τη συμμετοχική δημοκρατία πολύ πιο σοβαρά από το να εκφράζουν τα μέλη την άποψή τους για τον αρχηγό του κόμματος (!) και θέλουμε να συνεισφέρουμε στη διαμόρφωση πιο αμεσοδημοκρατικών θεσμών.
-Υποστηρίζουμε την «από τα κάτω» κοινωνική δυναμική. Αναπτύσσουμε τους δεσμούς αλληλεγγύης και συνεργασίας στους αγώνες με επιμέρους άτομα και συνιστώσες του κοινωνικού κινήματος. Διαφωνούμε όμως με τον ενοχλητικό παραγωγισμό και μια ιδιότυπη αριστερή λατρεία της ανάπτυξης, από μια διστακτική και χλιαρή αντίδραση σε περιβαλλοντικά ζητήματα και από μια αδυναμία ανάδειξης του ριζοσπαστικού και κεντρικού τους χαρακτήρα. Πιστεύουμε ότι η αυτόνομη παρουσία μας στο εκλογικό γίγνεσθαι θα μας απελευθερώσει ώστε να αρθρώσουμε έναν σαφέστερο και οξύτερο λόγο, ο οποίος πιστεύουμε ότι θα αποβεί και χρήσιμος για το κοινωνικό σύνολο.
Για το ενδεχόμενο συνεργασίας -προεκλογικής σύμπραξης με μεγαλύτερα κόμματα
Οι Οικολόγοι Πράσινοι διεκδικούν τη συγκρότηση ενός τέταρτου διακριτού πολιτικού πόλου, διαφορετικού από τη δεξιά, το ΠΑΣΟΚ και την αριστερά και αυτό φαίνεται ότι αρχίζει να γίνεται πραγματικότητα. Πιστεύουμε πως η ύπαρξη ενός διακριτού, μαζικού, σύγχρονου πράσινου κόμματος στην κεντρική πολιτική σκηνή είναι ανάγκη της κοινωνίας (αλλά και επιθυμία σημαντικού τμήματός της) και θέλουμε να αποδείξουμε πως αυτό μπορεί να γίνει άμεσα πραγματικότητα. Δεν ενσωματωνόμαστε στις εκλογικές στρατηγικές κανενός κόμματος.
Το ερώτημα που μας θέτουν, επίσης, είναι: Αν δεν υπάρξει αυτοδυναμία, θα συνεργαζόμασταν με κάποιο από τα μεγάλα κόμματα προκειμένου να σχηματιστεί κυβέρνηση;
Εάν και όταν υπάρξει αυτό το ενδεχόμενο, θα γίνει και η συζήτηση με βάση τα συγκεκριμένα δεδομένα και τη ρεαλιστικότητα υλοποίησης συγκεκριμένων αλλαγών που απαιτούμε. Η συζήτηση αυτή θα γίνει με διαφανείς διαδικασίες, με τη συμμετοχή όλων των μελών μας.
Εν γένει, προϋπόθεση για κάτι τέτοιο είναι η αλλαγή της σημερινής πολιτικής κουλτούρας (λογική αυτοδυναμιών, συμφωνίες σε ιδεολογική και όχι προγραμματική βάση), η διαμόρφωση κοινωνικών πλειοψηφιών σε επιμέρους ζητήματα και μια δημόσια συμφωνημένη πολιτική προγραμματική συμφωνία.
Είμαστε αντίθετοι σε μονοκομματικές αυτοδύναμες κυβερνήσεις και βιώνουμε τη ζημιά που έχουν κάνει δεκαετίες τώρα. Δύσκολα όμως φανταζόμαστε συνεργασία με πολιτικούς χώρους οι οποίοι υποστηρίζουν απαράδεκτες προτάσεις και πρακτικές (π.χ. υποστήριξη ρυπογόνου λιγνίτη, υδροβόρου βαμβακιού, εκτροπή Αχελώου, ανάπτυξη αυτοκινητόδρομων, έλλειψη δασολόγιου, στήριξη αυθαίρετης και αντιοικολογικής δόμησης κλπ).
Δεν μας ενδιαφέρει απλώς να συμμετάσχουμε στην κατάληψη της εξουσίας μαζί με ένα ή περισσότερα κόμματα για να μετέχουμε και εμείς στο πολιτικό σύστημα όπως έχει διαμορφωθεί σήμερα και έχει απογοητεύσει μεγάλο κομμάτι της κοινωνίας.
Είμαστε πάντως ανοικτοί στον πολιτικό διάλογο με όλα τα δημοκρατικά πολιτικά κόμματα και με την κοινωνία των πολιτών. Είναι τα άλλα κόμματα που πρέπει να αλλάξουν και να δεχθούν την αναγκαιότητα βαθιών αλλαγών στην πολιτική. Εμείς δεν φοβόμαστε ούτε να είμαστε στην αντιπολίτευση, ούτε να συμμετέχουμε σε πιθανή κυβέρνηση συνεργασίας είτε να στηρίζουμε υπό όρους μια κυβέρνηση μειοψηφίας αν δεσμεύεται σε μια σειρά πολιτικών αλλαγών. Το κύριο όμως για μας είναι αν, από όποια θέση και αν βρισκόμαστε, προωθούνται αλλαγές που θα βελτιώσουν τη ζωή των πολιτών και θα προωθούν τις αναγκαίες οικολογικές και κοινωνικές αλλαγές.
Θα μπορούσε να υπάρξει ένας «μεγάλος συνασπισμός»;
Η απαξίωσή του πολιτικού συστήματος είναι πρόβλημα και ευθύνη των κατεστημένων πολιτικών κομμάτων. Πρόβλημα των πολιτών είναι μόνο να μην την αφήσουμε να μετατραπεί σε γενικότερη απαξίωση της δημοκρατίας. Πέρα από την ανάδυση νέων πολιτικών ρευμάτων και την οικοδόμηση εναλλακτικών λύσεων, η κρίση αυτή θα μπορούσε να αποτελεί για την ελληνική κοινωνία μια πολύ ουσιαστική ευκαιρία: για χειραφέτηση της κοινωνίας από το κράτος, απελευθέρωση των κοινωνικών παρεμβάσεων από τη σκιά της κεντρικής πολιτικής και ενίσχυση της Κοινωνίας των Πολιτών.
Βέβαια, όταν ο δικομματισμός καταρρέει, είναι λογικό οι πολίτες να αναρωτιόνται ποιο μπορεί να είναι το μοντέλο διακυβέρνησης που θα το αντικαταστήσει. Τέσσερις είναι οι βασικές αλλαγές στο επίπεδο διακυβέρνησης που απαιτούνται και σε αυτές θα επικεντρώσουν τις πολιτικές παρεμβάσεις τους οι Οικολόγοι Πράσινοι:
1. Κατ’ αρχή, συγκεκριμένη δέσμευση των εταίρων σε ένα πρόγραμμα που θα συμβάλει στην στροφή της πολιτικής στην Ελλάδα σε μια κατεύθυνση που τα κύρια στοιχεία της είναι η οικολογική βιωσιμότητα, η κοινωνική αλληλεγγύη, μια πράσινη οικονομία και η συμμετοχική δημοκρατία, ισχυρή πολιτική δέσμευση για περιβαλλοντική πολιτική, πολιτική για την κλιματική αλλαγή κ.α.
2. Δεύτερον, πρέπει να υπάρξει σαφής πολιτική δέσμευση για την αντιμετώπιση της διαφθοράς και ανατροπή της κουλτούρας που λέει ότι το κόμμα που κερδίζει στις εκλογές καταλαμβάνει με τα δικά του παιδιά το κράτος και τα στελέχη του αξιοποιούν τα πόστα που καταλαμβάνουν για δικό τους κομματικό και προσωπικό όφελος. Τέλος σε αυτές τις πολιτικές, η κοινωνία δεν το ανέχεται πλέον -τουλάχιστον μεγάλο τμήμα της. Η διοίκηση πρέπει να υπηρετεί το δημόσιο συμφέρον και όχι το κομματικό συμφέρον ή το συμφέρον ισχυρών οικονομικών λόμπι.
3. Τρίτον, πρέπει να αναπτυχθεί μια νέα κουλτούρα για τη διακυβέρνηση, οι πολίτες πρέπει να συμμετέχουν ενεργά στη διαμόρφωση των πολιτικών που επηρεάζουν τη ζωή τους, να γίνει πιο συμμετοχική η δημοκρατία μας, πιο ποιοτική δηλαδή. Όποια και αν είναι η κυβέρνηση - μονοκομματική ή συνεργασία κομμάτων - πρέπει να υπάρχει πολιτικός διάλογος, διάλογος με την κοινωνία των πολιτών. Πρέπει και μπορούμε να μπολιάσουμε τους αντιπροσωπευτικούς θεσμούς με θεσμούς πιο άμεσης δημοκρατίας, ώστε οι πολίτες να μην νιώθουν και είναι αποκομμένοι από την πολιτική και τη διαδικασία λήψης αποφάσεων. Μόνο μια τέτοια βαθιά αλλαγή θα αναδημιουργήσει σχέσεις εμπιστοσύνης με την κοινωνία.
4. Τέταρτον, πρέπει να αλλάξει το μοντέλο σχηματισμού κυβερνήσεων. Σήμερα επιδιώκεται με το 35% των ψήφων, για παράδειγμα, να σχηματίζεται κυβερνητική πλειοψηφία με 51-52% των βουλευτών, χάρη στη δωρεά 50 επιπλέον εδρών στο πρώτο κόμμα (περίπου 1/3 των εδρών που θα βγάλει το πρώτο κόμμα). Αυτό το σύστημα είναι απαράδεκτο. Η εναλλακτική λύση είναι οι κυβερνήσεις συνεργασίας, που βασίζονται και υλοποιούν ένα δημόσια συμφωνημένο πολιτικό πρόγραμμα για να ξέρουν οι πολίτες τι ψήφισαν. Αν οι κυβερνήσεις συνεργασίας δεν βασίζονται σε ένα συγκεκριμένο πρόγραμμα τότε θα αποτύχουν όπως και οι μονοκομματικές κυβερνήσεις. Σημασία λοιπόν έχει το πρόγραμμα, και οι δεσμεύσεις για την υλοποίηση του αλλά και η αξιοπιστία των συνομιλητών.
Είναι σαφές ότι αυτές οι προϋποθέσεις σήμερα δεν υφίστανται.
Είναι ελπιδοφόρο, όμως, ότι ο σύγχρονος Έλληνας αναπτύσσει εντονότερη οικολογική συνείδηση.
Η θετική εξέλιξη την τελευταία δεκαετία είναι οφθαλμοφανής. Χρειάζονται όμως και κάποιες σημαντικές δομικές αλλαγές για την διευκόλυνση της ανάπτυξης της οικολογικής συνείδησης των πολιτών.
Δυστυχώς στην Ελλάδα έχουμε συνηθίσει να μην εμπιστευόμαστε ούτε το διπλανό μας αλλά ούτε και τις δικές μας δυνάμεις. Ταυτόχρονα, αρεσκόμαστε να ασχολούμαστε με τις ανησυχίες και την καταδίκη υπαρκτών ή ανύπαρκτων ενόχων, παρά με τις λύσεις των προβλημάτων ή πολύ περισσότερο με τη δική μας συμβολή σε αυτές. Η παρουσία των Οικολόγων Πράσινων στη Βουλή και στην Ευρωβουλή θα δυναμώσει την κοινωνία των πολιτών και θα βοηθήσει στην αλλαγή των κυρίαρχων αξιών.
Για περισσότερα, ρίξτε μια ματιά στην ιστοσελίδα www.ecogreens.gr και στην www.ecology-salonika.org.
Μιχάλης Τρεμόπουλος,
μέλος της Γραμματείας των Οικολόγων Πράσινων,
νομαρχιακός σύμβουλος Θεσσαλονίκης
Read more...
Τετάρτη 15 Οκτωβρίου 2008
Ο εθνικιστικός λόγος του Άνθιμου
Δείτε ένα βίντεο με τις δηλώσεις του μητροπολίτη Θεσσαλονίκης Άνθιμου για "τα κομμάτια της Μακεδονίας που λείπουν" και την υπαναχώρησή του μετά τη δημόσια αποδοκιμασία του. Κριτική παρουσίαση από την Ελληνοφρένεια του ΣΚΑΙ:
Read more...